Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 12 Αυγούστου 2017

ΤΟ ΑΓΡΑΦΟ ΧΡΕΟΣ

Ο Lacan έλεγε «σκέφτομαι ότι είμαι εκεί που δεν σκέφτομαι ότι σκέφτομαι..»

«Σκέφτομαι.. όταν ετοιμάζω τη σαλάτα. Κόβω στα δύο την ντομάτα και αναμασώ ηδονικά την φράση: πως να επενδύσω καλύτερα στον εαυτό μου; Να βάλω και λίγη κάππαρη στα μαρουλόφυλλα; Μην ξεχάσω... Έβαλα δαφνόφυλλα στη φακή; Μάλλον όχι! Τι θέλω και τα θυμάμαι όλα αυτά; Μαζί τους ξαναθυμάμαι και το φύλο μου...».
Η σκηνή ξαναπαίζεται, επαναλαμβάνεται και την χρεώνει με ένα άγραφο χρέος.


«...και χόρευε κι ήταν αναγκασμένη να χορεύει μέσα απο τα χωράφια, μέσα απο τα λιβάδια με ήλιο και βροχή, νύχτα και μέρα...»

«Η σκέψη δεν έχει την υπογραφή μου. Σκέφτομαι σε τρίτο πρόσωπο. Με χρεώνουν συνεχώς και τα μαλλιά μου που είναι ατίθασα και μπλέκονται σε μπούκλες. Τα κόβω στον κομμωτή μου και είμαι υπόχρεη και σ' αυτόν για το τελικό σχήμα που θα προκύψει απο το ψαλίδι του. Άς είναι... Τι να γίνει; Πάντως προτιμώ τα χρέη στα μαλλιά απο τα χρέη στα μυαλά...»

Πού είναι το κρυφό σφάλμα στα μαλλιά ή στα μυαλά; Βρίσκω το σφάλμα σημαίνει το ξαναβρίσκω. Ίσως να παίζει στον κήπο. Το παιδί μέσα μας εξερευνά τα μυστήρια της σπηλιάς. Ανιχνεύει την έξοδο. Ακολουθεί με την αφή του κάθε ανάγλυφο σχέδιο στο ημίφως. Βάζει το πέλμα του να περπατήσει πάνω στη σκιά του. Οι φωτοσκιάσεις το κάνουν να χαμογελά. Πώς να ξεφύγει όμως απο μια γιγαντιαία σκιά που το καταδιώκει χωρίς να' ναι η δικιά του; Έχει βρει ένα κόλπο αλλά χωρίς σπουδαία αποτελέσματα. Προπονείται στο πήγαινε-έλα. «Πιάσε με!..» Κανείς δεν μπορεί να σε πιάσει όταν κινείσαι εντός και βγαίνεις εκτός για να ξαναβρεθείς εντός απο άλλη είσοδο αυτή τη φορά...
Κούνια που το κούναγε! Νάτο! Το σφάλμα ξεπροβάλλει στη συρμάτινη τροχιά που διανύει ξεφυσώντας το τρενάκι του και το εκτροχιάζει. Άντε πάλι τα ίδια! Νιώθει ένοχο και η ενοχή του προηγείται απο το σφάλμα.

«Εσύ φταίς για όλα! Αχάριστη! Έφαγα τη ζωή μου για να σε μεγαλώσω κι εσύ...»

Η φωνή της μαμάς φτύνει το σάλιο της στο πρόσωπό της. Ο θυμός βράζει και κοχλάζει μέσα της υπόκωφα και άηχα. Πιάνει το κόκκινο ακουστικό στο πλαστικό τηλέφωνο και σχηματίζει ένα μακρόσυρτο αριθμό στο κατράν.

«Ναι..! Ναι, ναιιιιιιιιι! Μπουκί – μπουκά. Γειά!»

Τέλος της συνομιλίας. Λίγα λόγια και σταράτα. Μια έκκληση για βοήθεια. Ακούει κανείς; Μάλλον όχι. Ο θόρυβος απο το σεσουάρ έχει πάρει τα μυαλά της μαμάς χιλιόμετρα μακριά. Χτενίζεται με τη βούρτσα και ισιώνει κάθε ιπτάμενη τρίχα. Η μικρή είναι αόρατη μπροστά της. Γυρνάει κι εκείνη στο αγοράκι που παίζει δίπλα της. Μιλάει σιγανά στους γερανούς, στα ξύλινα αλογάκια και στους σούπερ ήρωες που χωράνε στην παλάμη του. Ίσως τα παιχνίδια να ξέρουν το μυστικό που του κρύβουν οι μεγάλοι. Αυτό που δεν πρέπει με τίποτα να ειπωθεί...
Το βράδυ θα θυμηθεί να ρωτήσει κι εκείνη τις κούκλες της...

photo gianpal333