Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 2017

ΔΩΡΟ ΔΙΑΓΝΩΣΗ



Είναι τρίχρονη. Βλέπει την πολύχρωμη παιδική χαρά απέναντι από το καφέ και λιώνει. Μπλε κωνική σκεπή, κόκκινοι όρθιοι στύλοι, κίτρινος φράχτης ανάμεσα στους στύλους, πράσινη απομίμηση χλόης σε ειδικό δάπεδο και άδεια τσουλήθρα από παιδιά.
«Πάμε μαμά! Εκεί…»
«Να πληρώσουμε πρώτα…»
«Πάμε μαμά σου λέω! Εκεί…»
«Να πληρώσουμε πρώτα σου είπα…»
«Έλα!...»
«Πήγαινε να βρεις την σερβιτόρα και να της πεις, Κυρία να σας πληρώσουμε παρακαλώ πολύ;»
Η μαμά της κουτσομπολεύει με μια φίλη δίπλα της καπνίζοντας του καλού καιρού αφήνοντας την μικρή στο έλεος της σερβιτόρας. Μόλις γύρισαν από «ψ» δομές χριστουγεννιάτικα με ένα δώρο διάγνωση που έβγαζε την μικρή κυκλοθυμική με διάσπαση προσοχής! Η μικρή τρέχει πίσω από την σερβιτόρα πανικόβλητη ρίχνοντας και ένα βλέφαρο στην παιδική χαρά απέναντι για να δει μη τυχόν και έχει φύγει από τη θέση της. Εκεί είναι…προλαβαίνει ακόμη…
«Ηλία!...», δεν μπορεί να πει καθαρά «Κυρία!», όσουμε (να πληρώσουμε) καλώ! (παρακαλώ!).
Για κακή της τύχη δεν λένε κανένα Ηλία από τους θαμώνες της καφετέριας και έτσι δεν της απαντάει κανείς. Χώνεται κάτω από τραπέζια και καρέκλες καλώντας τον Ηλία για να την σώσει και ακούγεται σαν μια άλλη εκδοχή Εσταυρωμένου που φωνάζει «Ηλί, Ηλί, λαμά σαβαχθανί…». Ο Ηλίας δεν έρχεται αλλά ούτε και η σερβιτόρα. Η μαμά της δεν της δίνει σημασία.
«Μαμά!! Εκεί!...»
«Ε, δεν είπαμε; Να πληρώσουμε πρώτα. Την βρήκες την Κυρία;»
«Όχι, ζεν μιλάει…»
«Να την ξαναφωνάξεις!», της λέει και ξαναγυρνάει στη φίλη της «που λες χρυσή μου…ο «ψ» την εξέτασε, της έκανε ερωτήσεις, την αξιολόγησε, μου είπε ότι μεγαλώνοντας θα ζει με φάρμακα και ότι πρέπει να την βάζω να συγκεντρώνεται γράφοντας. Να μην την αφήνω να παίζει πολύ στην παιδική χαρά»
Η μικρή σκέφτεται πιο έξυπνα. Ο κύριος που την εξέτασε της φάνηκε τρελούτσικος γιατί δεν την κοιτούσε καθόλου. Όλη την ώρα σκεφτόταν πότε θα τελειώσει το μαρτύριο για να μην βλέπει την μούρη του σκυφτή και πεσμένη μέχρι το πάτωμα και να τρέξει στην παιδική χαρά για να παίξει επιτέλους! Την εξέταζε σαν να είχε μπροστά του ένα γατάκι, μιλούσε για την γούνα του, για την ουρά του, για το νιαούρισμά του αλλά το γατάκι σαν φυσική παρουσία με σάρκα και οστά τού ήταν τελείως αδιάφορο. Αντί να φωνάζει λοιπόν τον Ηλία στην καφετέρια  και εκείνος να μην ακούει, αρχίζει να ξεφωνίζει έντρομη «καλώ!, καλώ!!» δηλαδή «παρακαλώ!!», και η σερβιτόρα στρέφει ξαφνιασμένη το κεφάλι.
«Έρχομαι καλέ, τώρα!»
«Μαμά!!»
«Τι;»
«Μίλησε!!»
Η σερβιτόρα την πλησιάζει κουνιστή και λυγιστή.
«Θα μου δώσεις ένα φιλάκι;»
«Όχι!», και πιάνοντας την μαμά από την κοτσίδα την τραβολογάει σκούζοντας «Μαμά!! Εκεί…!»
Η μαμά βαριεστημένη σαν ζελές στραβοχυμένος πιάνει το χέρι της μικρής και αφήνεται να την σύρει προς την παιδική χαρά με ένα κουραμπιέ στο στόμα. 

photo gianpal333