Το καρναβάλι
του δυϊσμού έχει ήδη αρχίσει από τον
κρυφό πλατωνισμό που διαπνέει τα δίπολα
στην δήθεν θεραπεία των ανθρώπων που
εκτός από ουδέτερο φύλο έχουν αποκτήσει
πια και δυο πόλους σαν να είναι μπαταρίες.
Αν έχουν κάποια «υστερική κρίση»
ακατανόητη για τις ιερές βίβλους των
διαταραχών, αν ξεσπούν σε κλάματα,
φτύνουν, βλέπουν «παραισθήσεις» και
δεν δέχονται να γίνουν πειραματόζωα
που τα διαχειρίζονται με αντικαταθλιπτικά
και άλλα ψυχοφάρμακα, τότε έχουν «μανία».
Αν κοπάζει η τρικυμία για λίγο μια που
θεωρούν ότι οι άλλοι είναι κουφοί και
τυφλοί και είναι ανώφελο να χτυπιούνται
σαν τα χταπόδια για να δείξουν ότι «κάτι»
πάει λάθος στον τρόπο που η καπιταλιστική
μανία διαχειρίζεται το σώμα, την ψυχή
και το πνεύμα τους για να θρέψει την
βαμπιρική αγοραστική της ενόρμηση, τότε
έχουν «μελαγχολία». Κλαίνε με ένα βουβό
κλάμα που δεν φτάνει ούτε μέχρι τα
βλέφαρα. Απλώς υγραίνει τα μάτια που
φαίνονται σαν από γυαλί.
«Ύποπτο κι
αυτό…» αποφαίνονται οι ειδικοί. Γιατί
δεν κλαίει γοερά το θυματάκι, πελατάκι,
ώστε να εκτονωθεί και να αποφορτίσει
το βάρος που έχει στα σωθικά του; Ξύνουν
την ακέφαλη ενόρμηση της κεφαλής τους
και κατεβάζουν μια νέα-ιδέα σαν προϊόν
προς πώληση: «διπολική διαταραχή!».
Ακόμα και στους κόλπους της ψυχανάλυσης
βρίσκουμε ψήγματα από αυτή την μασκαράτα.
Στον Freud
ήδη από το “Δοκίμιο για τον Ναρκισσισμό
του 1914” φαίνονται οι δυο βαθμοί
αναδίπλωσης της λίμπιντο στην ψύχωση
α) σε ένα
παραλήρημα μεγαλομανίας που το Εγώ
διευρύνεται μέχρι την «άκρη του κόσμου»
και β) στην
υποχονδρία όπου συρρικνώνεται στις
διαστάσεις του πάσχοντος οργάνου και
η λίμπιντο υπόκειται σε έλεγχο ή αιωρείται
ελεύθερα κάνοντας το υποκείμενο να
κατακλεισθεί από αγωνία. Αν δεν είσαστε
τόσο πιστοί, δεν καίτε θυμιάματα στα
ινδάλματα της ψυχανάλυσης και δεν μασάτε
ταραμά, ίσως δείτε ότι κάποιο σφάλμα
υπάρχει σ’αυτό το «είτε-είτε» και του
Freud.
Με ένα απλό ανοργασμικό πήδημα μπορούμε
να φτάσουμε στον «οριακό» άνθρωπο που
επειδή δεν μας γεμίζει το μάτι γιατί
είναι ακατάτακτος ως προς τα δικά μας
γούστα, και παραφράζοντας τον Freud,
να τον εγκλωβίσουμε στα όρια του λυκόφωτος
μιας οριακής διαταραχής. Κάτι που
παλαντζάρει στο «ούτε από δω»-«ούτε από
κει».
Οι μασκαράδες
πια παρελαύνουν συνταγογραφώντας
γιατρικά και οι άνθρωποι που έχουν γίνει
σκιές του Άδη πέφτουν στα πεζοδρόμια
και τσακίζονται από μια ανεξήγητη
σκοτοδίνη…
photo gianpal333 |
«Τι έπαθες
κυρά-Λούλα μου;»
«Δεν ξέρω, στα
καλά καθούμενα έπεσα κάτω…μια σκοτοδίνη
μου’ρθε σαν να κόπηκε το ηλεκτρικό
ρεύμα…τι τα θες…ό,τι έχει πει ο Θεός…δεν
μπορούμε να πάμε κόντρα στη μοίρα μας…»
Ο Θεός της, που
αγνοεί ότι θυσιάζεται σε αυτόν, είναι
ένας Βάαλ μεταμφιεσμένος σε κοκτέιλ
φαρμάκων συν τα απαραίτητα αντικαταθλιπτικά.
Οι παρενέργειες του της τρώνε τη ζωή
λίγο λίγο κι εκείνη σταυροκοπιέται και
τον υμνεί με ένα χέρι σπασμένο και με
μώλωπες στο πρόσωπο. Το πρόσωπό της
μεταμορφώνεται σιγά σιγά σε προσωπείο
μασκαρά. Σε μια μόνιμη μάσκα της θλίψης…