Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 28 Αυγούστου 2016

ΦΕΤΙΧΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΒΛΕΜΜΑ



φωτο απο gianpal333

Το παιδάκι σκύβει κάτω από την φούστα της και βλέπει λίγη «γούνα» από το «γατάκι» της. Μήπως κάτω από τα πόδια της φαίνεται το τρίχωμα και το σατέν; Αναρωτιέται ο Freud. Και αν «ναι», τότε η γάμπα και το τακούνι της, ως τα κατεξοχήν φετίχ, είναι τα υποκατάστατα αυτού που είδε;

Βλέπετε, το βλέμμα απασχολεί ήδη τον Freud κι έπειτα περνάει φευγαλέα από τον Lacan μέχρι να απολιθωθεί στο κεφάλι μιας Μέδουσας που το παίζει συνδαιτημόνας στο τραπέζι σας. Η ψυχανάλυση δυστυχώς αποφεύγει ακόμη το βλέμμα και γίνεται η ίδια το απολιθωμένο βλέμμα που αποφεύγει.

Ίσως αυτό να είναι το φετίχ της…

Ίσως φταίνε και τα σκατουλάκια, τα περιττώματα-δώρα, που μυρίζουν χρήμα και ηχούν σαν κέρματα. Άλλο ένα φετίχ που ταπώνει την πόρτα της εξόδου από το φετίχ. Δεν αφήνεσαι να βγεις. Βρίσκεις χίλιες δικαιολογίες για να αλυσοδεθείς στα πολιτικά κόλπα ενός αδιάτρητου κόλπου. Η ανάγκη είναι πουτάνα και σε περνάει τρέχοντας από λεκάνη σε λεκάνη κι εσύ σφίγγεσαι για να μην αφήσεις το πολύτιμο φορτίο σου να εξαφανισθεί στον υπόνομο. Πονάς βέβαια από την κατακράτηση, αλλά αυτός ο πόνος είναι ηδονικός…

«Λες να σου το κόψουν το φετίχ σου;»

Αυτή είναι πια η απειλή ευνουχισμού. Στον καιρό του Freud, η απειλή ότι θα σου «το κόψουν» έκανε το πέος φαλλικό σύμβολο και ένας υποτιθέμενος φαλλός φύτρωνε κάτω από την κοιλιά του μητρικού Πράγματος. Τώρα το στήθος, τα κακά, η φωνή, το βλέμμα είναι απορρίμματα που τα καταναλώνεις κι έπειτα τα πετάς στα σκουπίδια. Στη θέση τους βάζεις κι από ένα «αντικείμενο μικρό α» για να ονομάσεις τον τόπο της απόλαυσης. Τον τόπο του εγκλήματος.

«Κι εσύ τι κάνεις;»

Πιπιλάς ήδη τον πόνο σου με το τσιγάρο. Καίγεσαι με την καύτρα και γλείφεις τα χείλη σου. Παρκάρεις το αυτοκίνητο απέξω και μπαίνεις στην ουρά για την Disneyland. Σκύβεις το πάνω κεφάλι και απευθύνεσαι στο κάτω με ένα επιτιμητικό βλέμμα.

«Εγκληματία! Μην με προδώσεις πάλι γιατί θα σε κόψω!...»

Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016

AUGUSTINE’S SESSION pt.3

photo by Σπύρος-Ίωνας Μαρκάτης
 
 
The pack would obviously be howling with joy. A little pig appeared at the door, unaware the experiment was about to begin any minute.

They’ll make it lay eggs like a chicken and produce milk as if it were a cow. They’ll fatten it up real quick. They’ll turn it into an obedient edible species. And if everything goes well, they’ll polish its guise to make it into a piggy-bank.

“‘Did you notice he got a little misty-eyed at some point?’ a hyena said as she put on her glasses to see better, her eye glinting with delight. ‘Do you think he could be suffering a bit for his sins? Tell me this instant: Does it hurt? Come on, speak up! Cat got your tongue, dear?’

”‘…’

”‘Will you look at that cheek! He won’t answer me. What did I tell you, colleagues? He doesn’t hurt. The sound of the sobs you hear is simply the neurobiological stimulation of nerve cells. No need to pity him. He doesn’t really hurt!”

Mr. Query continued his associations: What do they do with it, I wonder, all this experimental knowledge they introduce into projects with a sprinkling of experiential activities? I guess they preserve it in barrels for future use. For future generations of werewolves… while Augustine was saying:

“Besides, I stood naked in their firing range… I remember them saying to one another:

”‘But surely, dear colleagues, we didn’t come all this way and waste so many hours at the meeting just to give him a two-day suspension! For heaven’s sake! Let’s make him bleed, at least…’”

“In the past they would sacrifice their children to Moloch in the Gai Ben-Hinnom valley. The prophet Jeremiah was the first to reveal the folly of their sacrifices. Now there are those who thirst for massacres at school. Grinded penalties, sharpened grades and occasionally a bloody suspension and disgrace for those who return to the crime scene as scapegoats!”

“I would really like to have let out a scream then… a scream like Vasiliki’s… to cut short their ironic chuckle… but fat chance!”

“And yet, those two screams exist…”

“Which two?”

“Hers on the bathroom tiles and yours… shortly after the stammer…”

“No, no, I never let out a scream. I would only get very angry and the blood would rush to my head… to fill a void… I guess…”

“Exactly! There is such a thing as a ‘silent scream, you know…”

“Yeah… I don’t know… maybe like back when I hollered and cried inconsolably and my mom locked me in the bathroom to punish me. She’d only let me out if I’d stop crying… but I cried silently on the inside and one day, when I’d grow up, I’d take my revenge…”

“Did you take it?”

“Vasiliki? No, I never took her the way I wanted, there… in the bathroom… the two of us… locked… You know, I often have the same nightmare: I close the bathroom door. I lock her in and I lock myself in the rest of the house. She calls to me to open the door. There’s no key in the lock, and yet, she’s locked inside the bathroom. Outside the bathroom I lock myself inside the pitch dark living-room. Two insides and a door like a transparent curtain between us. I hear the water in the bathroom running like a waterfall. She’s probably rinsing off the soap lather. I close my eyes. Tight. But no matter how tight I close them, my eyelids reflect her naked form in the bathroom. I’m embarrassed to see her naked. She draws the shower curtain by its rings. I’m drawn after her too… I’m fascinated by the whole scene, it turns me on… The water keeps running. I hear it running inside me. She beckons me to follow her to the womb. I close my eyes. The dream curtain falls. So does the shower curtain…”

“What is it that falls exactly?”

“That curtain… like a veil… it makes me shudder as it rustles from the water falling against it. If it’s suddenly pulled back, I’ll be forced to see that which will blind me”.

“Yes…”

“Her body. An empty garment. Naked, seamless, washing amid muffled sounds and mutterings in vapours of soap lather. There’s a convulsion coming and another immediately after… Multiple vibrations. Small earthquakes. That’s it! I have her lather on my hand…”

“Did Vasiliki have silent screams?”

“Silent? What do you mean silent? They could hear us to the next block. When I’d hear her scream like that, I recalled my own silent screams. I’d holler like that too if I could let go a little… I’d yell, she’d yell and then the space between us would be filled with an impenetrable silence, a clean silence resembling a hell for ever…”

A scream that calls the void and gives birth to silence… And pain? Despite the fact they both feel it, it still remains unborn. Thought curls up her tail and tightens knots in small nooses around the throat, Ezekiel Query thought in the few seconds pause that went wordless between them.

“Ehhh…” he stammered “… Vasiliki painted, you know; she painted faces with open mouths. She called them Scream No 1, 2, 3… She’d made four Screams. Only mouths, they had no bodies. Or, if they had, they were amputated… there was always something missing. Ohhh, yes, she also constantly painted circles. Circles and spirals”.

“Why did she paint screams?”

“I don’t know… I’ve never thought about it”.

“Did her framed Screams frighten you?”

“Yes… Very much… There was something very peculiar about them… Isn’t that open hole gaping between the teeth frightening? Gaping, yet, without a sound… When I’d tell her, she’d knit her eyebrows and make a mocking face.

”‘Oh, come on’, she’d say, ‘can’t you see they’re inhaling and exhaling through the mouth? What’s frightening about them? It’s the only breathing they have left…’

”I didn’t comment because I couldn’t get it; at all. To me it was a scream that ripped the head apart like the curtain of the temple…from top to bottom…”
 

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2016

H ΣΑΓΗΝΗ ΚΑΙ Η ΝΤΟΡΑ pt.3

photo by Σπύρος-Ίωνας Μαρκάτης



Γ.Π.: Μαρξίζει εδώ ο Φρόυντ!

Σώτη Γρίβα: Λες ε; Πάντως υπάρχει ένα τραύμα εκεί και ένα κρυφό σφάλμα του Άλλου. Το άγαλμα για τον Λακάν και τα μανιτάρια για τον Φρόυντ. Θα τα αναπτύξω στην ανάλυση παραμυθιών με τίτλο «Κόκκινα παπούτσ(ι)α» στο νέο μου βιβλίο. Προς το παρόν κρατάμε την εικόνα αυτού που μας σαγηνεύει σαν ένα κομματάκι μιας φωτογραφίας ασυνείδητα μέσα μας. Δεν ξέρουμε καν ότι το κρατάμε και κάποια στιγμή πάει και κολλάει στην εικόνα ενός άλλου ανθρώπου. Προβάλλεται πάνω του μ’ένα πηγαίο τρόπο, κατακλυσμιαίο θα έλεγα, μια ασίγαστη ερωτική επιθυμία. Βλέπετε φέρνει μαζί της κάτι απο την πληγή..
Τι συμβαίνει λοιπόν στο άχρονο παιδάκι μέσα μας; Συναντάται με κάτι. Αυτή η συνάντηση είναι σοκαριστική. Οι συναντήσεις αυτές είναι βλεμματικές, ακουστικές, σωματικές αλλά για αυτές δεν μιλάει ποτέ κανείς.. Άν φανταστούμε ότι βλέπει κάτι γυμνό που εξέχει ή λείπει δεν είναι απλώς γυμνό. Είναι απογυμνωμένο απο κάθε λεκτικό περίβλημα. Δεν ξέρει πως να αισθανθεί και διαφεύγει μέσα απο το καταφύγιο της ενοχής. Το παιδί είναι ένοχο για εκείνο που είδε. Είναι ένοχο για μια σύγχυση διαφορών. Είναι ένοχο για την μη-διαφορά των γονιών του..
Βέβαια η ενοχή εισχωρεί στη γλώσσα και σαν φράσεις-ρητά που μας είπε κάποιος και εμείς τα κρατάμε σαν ευαγγελικές ρήσεις χωρίς να ξέρουμε γιατί. Άς πούμε: «Είσαι άχρηστος/η!». Δεν θα προκόψεις ποτέ σου. Πράγμα που μεταφράζεται απευθείας στο «Εσύ φταίς!». Αυτές οι φράσεις μπαίνουν απο τα αυτιά, τις καταπίνουμε και προκαλούν βαρυστομαχιά. Πώς να τις μεταβολίσει κανείς; Γεννιόμαστε σ’ένα γλωσσικό σύστημα και αυτό το γεγονός δεν μας αφήνει ανεπηρέαστους. Βυθιζόμαστε και αναδυόμαστε. Δεν είναι ένα παράλληλο σύμπαν για εμάς. Είμαστε φτιαγμένοι απο γλώσσα, απο λέξεις, γι’αυτό μπορεί μια φράση να μας κρατήσει αιχμάλωτους, να μας σαγηνεύσει και να αποτυπωθεί στο σώμα ως σύμ-πτωμα. Ένα «πτώμα λόγου» που συμπτωματικά το συναντήσαμε κι απο τότε το κουβαλάμε μέσα μας. Πώς να συμβιβασθεί κανείς μ’ένα πτώμα μέσα του;
Άς πάρουμε για παράδειγμα την Ντόρα του Φρόυντ. Είναι ένα κοριτσάκι 14 χρονών που βγάζει περίεργα συμπτώματα. Παραλυσίες χωρίς να έχουν ιατρικό υπόβαθρο και μια έντονη αποστροφή προς τους άντρες. Βγάζει μια άρνηση επαφής, ένα φόβο, ένα ανικανοποίητο σε ό,τι της προσφέρουν. Η μαμά της Ντόρας είναι νοικοκυρά που έχει πέσει με τα μούτρα στην καθαριότητα του σπιτιού. Καθαρίζει την βρομιά της θηλυκότητας, θα έλεγα, όπου κι αν την συναντά και προφασίζεται πονοκεφάλους για να απέχει απο κάθε σεξουαλική επαφή με τον σύζυγο. Το σπίτι εικονίζει το σώμα όπως στις παιδικές ζωγραφιές που μου κάνουν τα παιδάκια στην παιδική ψυχανάλυση. Το «σπίτι-σώμα» της μαμάς της Ντόρας θέλει επειγόντως καθάρισμα. Απο τη μια καθαρίζει τη βρομιά και απο την άλλη μένει ανέπαφη. Ο άντρας της ζητά θεραπεία σε κάποια θέρετρα στη Ελβετία γιατί αρρωσταίνει απο κάτι που αγνοεί. Κάποια στιγμή βρίσκουν ένα φιλικό ζευγάρι με παιδιά. Ο μπαμπάς της Ντόρας σχετίζεται με την κυρία Κ., και ο κύριος Κ., «τα ρίχνει» στην Ντόρα.
Πώς γίνεται αυτό; Η Ντόρα χωρίς να το θέλει μπαίνει σε ένα δίκτυο ερωτικών σχέσεων, σε ερωτικά τρίγωνα που μοιάζουν με αδιέξοδα περιγράμματα πόρτας ή σπηλιάς που συγκαλύπτει στα βάθη της ένα έγκλημα. Το σεξουαλικό τραύμα είναι εγκληματικό και την αφήνει άφωνη. Ο μπαμπάς της βρίσκει όλο και πιο γελοίες δικαιολογίες για να αφήνει την γυναίκα του και να πηγαίνει στην εξοχή να βρίσκει την κυρία Κ. Παίρνει μαζί του και την Ντόρα για να φυλάει τσίλιες. Η Ντόρα δεν παρευρίσκεται στην ερωτική σκηνή αλλά είναι κάπου εκεί στα παρασκήνια. Μπορεί να προσέχει τα παιδιά της κυρίας Κ., ενώ το ζεύγος πάει μια βόλτα στα δασάκια..
Ο κύριος Κ., ξέρει τι συμβαίνει και δεν μιλάει. Επειδή η Ντόρα όσο μεγαλώνει γίνεται ένα κοριτσάκι όλο και πιο όμορφο προφανώς δελεάζει τους άντρες όπως λέει ο Φρόυντ. Ελκύει το βλέμμα τους και ο κύριος Κ., βρίσκει ευκαιρίες να την απομονώνει στο σπίτι. Δεν της την πέφτει απευθείας αλλά με ένα τρόπο που τραυματίζει.. Της προτείνει να έρθει στο μαγαζί του για να πάρει κάποια πακέτα και να τα μεταφέρει στο σπίτι κι εκείνος την ώρα εκείνη φροντίζει να έχει διώξει τους υπαλλήλους και να΄ναι μόνος. Καθώς μπαίνει την πλησιάζει λίγο. Δήθεν τυχαία.. Στριμώχνεται πάνω της κατά λάθος.. Όλο αυτό το «δήθεν» είναι τραύμα για το οποίο δεν μπορεί να μιλήσει. «Δεν έγινε και κάτι» θα έλεγε ο κύριος Κ. «Δεν έκανα τίποτα» θα έλεγε και η Ντόρα. Και όμως έγινε κάτι για το οποίο δεν μιλάει κανείς.
Μετά απο μια σειρά τέτοιων προσεγγίσεων ο κύριος Κ., σκηνοθετεί μια σκηνή μεταξύ σκάλας της μεζονέτας και εξώπορτας και κατεβάζει τα στόρια. Σε αυτό το ατμοσφαιρικό σκηνικό την καλεί να κάνει κάποια εκδούλευση, να πάει τα παιδιά κάπου, μια που κάνει και την γκουβερνάντα για να συγκαλύπτει τα ίχνη του ζεύγους των εραστών, και καθώς μπαίνει η Ντόρα βρίσκονται μόνοι στο άνοιγμα της πόρτας που σύμφωνα με την Βίβλο ένα σφάλμα ελλοχεύει.. Την στριμώχνει στη γωνία καθώς γυρνάει για να φύγει και την φιλάει. Θα είναι σίγουρα ένα φιλί με γλώσσα.. Εκείνη τον σπρώχνει και φεύγει. Δεν το λέει πουθενά και το συμβάν είναι σαν να μην έχει συμβεί ποτέ.. Εκείνος και Εκείνη μπαίνουν οπισθοχωρώντας στην «φαντασίωση-παραμύθι».
Μια φορά κι ένα καιρό λοπόν ήταν Εκείνος και Εκείνη..

Δευτέρα 15 Αυγούστου 2016

H ΣΑΓΗΝΗ ΚΑΙ Η ΝΤΟΡΑ pt.2

photo by Σπύρος-Ίωνας Μαρκάτης
Γ.Π.:Είναι μόνο γυναικεία η υστερία;

Σώτη Γρίβα: Όχι μόνο, αλλά κυρίως γυναικεία. Για να περάσουμε λοιπόν στην επιθυμία, που είναι επιθυμία του Άλλου, σε μια επιθυμία της επιθυμίας, αυτά τα ψαράκια της ενόρμησης δεν μπορούν να είναι Ένα. Θα βρεθούμε σε επαναληπτικές σειρές απο ψαράκια. Βλέπετε; (γράφημα). Άς πούμε ότι αυτός ή αυτή που αγαπώ βρίσκεται στο κέντρο της τρύπας γύρω απο την οποία γυρίζουν τα ψαράκια σε σπιράλ σχηματισμούς. Γιατί υπάρχει μια τρύπα εδώ; Γιατί σας είπα ότι υπάρχει κάτι αινιγματικό μέσα στον Άλλο. Πιο πολύ ζητάω να μου δώσει κάτι που αγνοεί κι εδώ είναι το ανικανοποίητο που ανέφερε η Β. Κάτι που δεν έχει.. Σε αυτή την τρύπα βάζει ο Λακάν το αντικείμενο α. Το ονομάζει έτσι για να δώσει έναν τύπο, σαν να λέμε έναν μαθηματικό τύπο, στο αντικείμενο αίτιο επιθυμίας και στο αντικείμενο της επιθυμίας μας. Σε αυτό που κυνηγάμε και δεν ξέρουμε τί είναι. Το βάζει στη μέση της τρύπας γιατί ξέρετε κάθε τρύπα, όπως και κάθε Κουνελότρυπα, θυμάστε το παραμύθι της Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων και την δική μου εκδοχή στο βιβλίο μου «η Αλίκη στη χώρα της παράνοιας», κάθε τρύπα λοιπόν μπορεί να΄ναι μια μαύρη τρύπα όπου παγώνει η κίνησή σου στα δευτερόλεπτα που πέφτεις ενώ εσύ χάνεσαι σε διαφορετικά επίπεδα και διαβαθμίσεις Κουνελότρυπας.
Οπότε αυτή η τρύπα δεν είναι είσοδος-έξοδος. Ούτε είναι μια λιμνούλα που μέσα της υπάρχει ένα ψαράκι. Έχει βάθος σχεδόν αβυσσαλέο. Είναι μια δίνη που μας ελκύει σε κάτι άπιαστο. Για να σας δώσω μια εικόνα θα σας πω ότι δεν μας προκαλούν όλοι οι άντρες ή όλες οι γυναίκες του κόσμου για να σχετιστούμε μαζί τους. Μπορεί να θεωρείται μια γυναίκα «κούκλα» με τα κατεστημένα στάνταρ ομορφιάς ανά εποχή αλλά να μη μας λέει τίποτα. Να είναι τελείως αδιάφορη. Και μπορεί ένας απλός μορφασμός, ένα τικ, ένα λακκάκι στο μάγουλο, κάτι πολύ μικρό, σχεδόν αδιόρατο να κάνει την διαφορά της συγκεκριμένης γυναίκας απο όλες τις υπόλοιπες.

Γ.Π.: Και η καράφλα του;

Σώτη Γρίβα: Η καράφλα του όχι. Γιατί αν μπούμε στο «με» ή «χωρίς» μαλλιά αλλάζει το θέμα..

Γ.Π.:Εντάξει, το ελάφρυνα λίγο γιατί βάρυνε με την μαύρη τρύπα..

Σώτη Γρίβα: Ακόμα δεν έχουμε μπεί στο θέμα. Το γυροφέρνουμε. Όπως βλέπετε σας πάω σιγά σιγά.. Για να τον/την θέλω για ένα λόγο θα πρέπει τουλάχιστον το κάθε ψαράκι της ενόρμησης να κάνει δυο βόλτες γύρω του/της. Περπατάω στο αίτημα και βγαίνω στην επιθυμία αναδιπλασιάζοντας τις διαδρομές μου. Δεν τελειώνει με μια μόνο περιστροφή, δηλαδή σου ζητώ κάτι μου απαντάς και κλείνει η υπόθεση εκεί. Όχι.. Υπάρχει κάτι που ελκύει την περιφορά γύρω του. Αυτό το κάτι κυκλώνουμε.

Μ: Τι είναι αυτό το δύο δηλαδή;

Σώτη Γρίβα: Τουλάχιστον δύο. Θα δούμε τί είναι το δύο. Προς το παρόν θα σας πάω στο 8 εσωτερικό. Σε κάτι που μοιάζει λίγο σαν μονόπλευρη ταινία Μέμπιους. Περπατάμε στην επιφάνειά της και ενώ λέμε τώρα θα φθάσουμε βρισκόμαστε συνεχώς στην ίδια πλευρά. Επαναλαμβάνουμε το «τί θες απο μένα;» και απαντούμε βλακωδώς «εμένα». Έτσι μπαίνουμε στην κοιλιά του κήτους για να γεμίσουμε τον Άλλο και γινόμαστε ο Άλλος ή εξαφανιζόμαστε μυστηριωδώς.. Όλη αυτή η σύμπτωση των αντιθέτων βαπτίζεται με ένα γλυκανάλατο χαμόγελο ως «αγάπη».
Δεν ξεχνάμε βέβαια σε όλα αυτά την Φαντασίωση. Είναι σαν να λέμε ότι έχουμε ένα κάδρο στο οποίο μας ενδιαφέρει κυρίως η κορνίζα του. Η φαντασίωση κινείται σ’ένα πλαίσιο κορνίζας..

Γ.Π.: Η λίμπιντο δηλαδή του Φρόυντ.

Σώτη Γρίβα: Η λίμπιντο που λέμε είναι η ενόρμηση αλλά..

Ν.Π.:Και απο πού προέρχεται; Απο πού γεννάται;

Σώτη Γρίβα: Γεννάται απο τις ερωτογενείς ζώνες του σώματος..

Ν.Π.: Απο το μηδέν δηλαδή;

Σώτη Γρίβα: Δεν είναι μηδέν. Είναι ενσαρκωμένο αυτό το μηδέν. Είναι κάτι λιγότερο και απο το μηδέν που πάλλεται.. Το μηδέν μπορείς να το δεις και σαν τρύπα. Όμως οι ενορμητικές πηγές: το στοματικό, το πρωκτικό, το σκοπικό και το επικλητικό είναι ερωτογενή στόμια που πάλλονται. Δεν είναι κάτι στατικό χωρίς παλμό και κίνηση.
Ν.Π.: Αυτό γιατί συμβαίνει; Συμβαίνει γιατί ανατέλλει ο ήλιος απο την ανατολή ας πούμε;

Σώτη Γρίβα: Είπαμε ότι σκοπός της είναι να απευθυνθεί κάπου. Δεν είναι αυνανιστική κατάσταση η ενόρμηση. Δεν πηγάζει απο μένα για να επιστρέψει σε μένα και να κάνει ένα φαύλο κύκλο γύρω μου..

Ν.Π.: Το ερώτημα είναι τι είναι αυτό που ξεχειλίζει και παράγει την περίσσεια.

Π.:Και γιατί το λέμε ενόρμηση και δεν το λέμε ορμή;

Σώτη Γρίβα: Η ορμή έχει να κάνει περισσότερο με αυτό που λέμε «ορμέμφυτο» και μας πάει και πάλι στο ένστικτο απο την πίσω πόρτα. Η ενόρμηση πηγάζει απο το εσωτερικό του σώματος, απο τις ερωτογενείς ζώνες αλλά απευθύνεται κάπου. Αυτό που την καλεί είναι το αινιγματικό κάτι στον Άλλο. Τότε αναβλύζει τόσο πολύ και χάνουμε το μυαλό μας. Γιατί; Γιατί αυτό το κάλεσμα έχει σχέση με το ενικό χαρακτηριστικό στον Λακάν. Είναι κάτι πολύ λεπτό, δυσδιάκριτο, που με κάνει να θέλω κάποιον παθιασμένα χωρίς να ξέρω ότι αυτό ασυνείδητα κάτι μου θυμίζει εμένα.. Είναι ένα κομβικό κουμπί στην φαντασίωση..
Ο έρωτας εγγράφεται στο σώμα. Αφήνει δυσδιάκριτα ίχνη σαν ιερογλυφικά. Αφήνει τραύματα. Όταν λέμε λοιπόν ότι το ενικό χαρακτηριστικό μας θυμίζει κάτι απο παλιά δεν εννοούμε απο προηγούμενες ζωές αλλά απο μνημονικές εικόνες που κρατάμε απο την παιδική μας ηλικία. «Εικόνες-πληγές». Σ’αυτό το σημείο ο Φρόυντ έχει δίκιο..

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2016

AUGUSTINE’S SESSION pt.2

photo by Σπύρος-Ίωνας Μαρκάτης
 
 
“How does it begin?”

“With the stammer… Then I read a suspicion, a hint of derision in the other’s eyes. The moment I see it, I fire up. First there’s a shout like a war cry and then… everything grows dim… A few seconds later I come to. I don’t remember much… just pain and numbness all over”.

“Tell me about your right hand”.

“What can I tell you? I always hurt it, like back then…”

“When?”

“Then when I was kept standing for hours in the teachers’ office. Exposed to the claws they sharpened in order to fight or legitimately tear apart –adhering to the letter of school regulations– their would-be victim, namely myself…”

“Would you like to tell me about it?”

“Why not? This story’s been choking me for years. Time I let it all out at last!”

“I’m listening”.

“Yeah… where was I? Ohhh… I remember! Their eyes hurt me. You see I stood out quite a lot and exceeded my body image. I was very tall and slim. I looked them in the eyes down my nose. I only lowered my eyes once to say I’m sorry for…”

“For?”

“Well… with my right hand clenched in a fist I ‘brought down’ a window in my class in infinitesimal pieces… There was a sound like a high pitched squeak. Next frame, I was running with my hand covered in blood and my classmates twisting around left and right yelling:

”‘Blood, blood!’”

”But they knew nothing of the hematoma that hurt me”.

“What hematoma?”

“The blood wasn’t coming from my hand. It was my soul slowly bleeding…”

“Like a trauma…”

“Exactly like that. My trauma bled from the indifferent side-glances I got from the teachers, as well”.

“Another crime at school!”

“Wait till you hear what happened next… The headmaster, Mr. Velouchiotis1, went ballistic, launching threats and spewing suspensions”.

“Strange name. Was it a nickname?”

“No idea. He did pose as a radical, but he was a liberal cynic son of a bitch! You know the type… the red coat of a comrade on the inside and the ‘black’ opaque getup of a douchebag to every authority a head taller than him on the outside …”

“Interesting…”

”‘Dear colleagues, I registered the incident in the school records and it’s now time to administer justice! What do you have to say for yourself, young man?’ he asked me, cocky as a medieval inquisitor.

”‘Sir… I lost it, I didn’t mean it… I got a message saying my best buddy was killed in a motorcycle accident and… and… I wish it was me in his place…’ I said in all sincerity”.

“Did he believe you?”

“Far from it…

”‘Cut out the dramatics!’ he scowled. ‘You lost it, psychological trauma and bullshit. We’re talking facts here. You broke the window!’

”‘But… my parents paid for it straight away…’ I answered trying to contain my anger.

”‘So what?… Big deal!… Of course they’d pay for damage to our public property! Now it’s your turn… you’ll pay as well!’

”A stifled chuckle invested the room. The other teachers, bent behind penalty books and grade lists, rubbed their hands gleefully and muttered:

”‘He always horses around and chew’s gum in my class!’

”‘He pretends he’s asthmatic and stirs up the class in mine! He makes fun of me, the rascal!’

”‘You should hear what he does in my class… Instead of looking me in the eyes and parroting the lesson, he dares look out the window, at the trees in the yard. Out to lunch, most of the time!’

”‘I think he makes lewd gestures under his desk. Perhaps he should see a psychologist… he’s got issues…’

”‘Everyone lifted the gravestone of their tongue and buried me under increasingly more shovels of fresh dirt…”

“And the verdict of your Kafkaesque trial?”

“Guilty to death! They stood me up against the wall and executed me with a three-day suspension. It was exactly the amount of days necessary for me to fail the class. I never went to school again after that. I was buried for ever in the second class of senior high school…”

“Appalling!”

A scene unfolds before my eyes: Something as fleeting as a shiver makes the party of wolves arch their necks and sniff the air. Human flesh, tempting and fresh… The fur behind their ears stands on end and their brows turn to arches.

Arched, too, are the secret caves where they hide the half-eaten remains of their meal: records, sprawling signatures and penalties. Penalties everywhere!

“Worse than that. I broke out in cold sweat. My voice fell flat and there were tears running everywhere. It was raining tears and sweat from every pore of my skin. I remember wiping away with my sleeve a thick tear that looked like mucus and made me see everything double. I didn’t want it to give me away to the icy glances of the others aiming straight at me.

”‘Can animals think, or talk? Of course not…’ howled the old wolf from the Sub direction; his fur was the thickest of them all. ‘But they can suffer, colleagues…’”
 

Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016

H ΣΑΓΗΝΗ ΚΑΙ Η ΝΤΟΡΑ pt.1

photo by Σπύρος-Ίωνας Μαρκάτης


Σώτη Γρίβα:Οι συναντήσεις μας αφορούν την σεξουαλική ενόρμηση. Τι είναι αυτό που μας κάνει να κινούμαστε ερωτικά προς κάποιον άλλο; Δεν είναι ένα ένστικτο. Είναι κάτι που λέγεται ενόρμηση. Για να σας το δείξω σας έκανα σε γράφημα ένα σπιράλ που δείχνει ακριβώς αυτή την κίνηση. Η ώθηση της ενόρμησης ξεκινάει απο μέσα, απο τα στόμια, τις οπές του σώματος και βγαίνει προς τα έξω. Απο κάπου πηγάζει όπως βλέπετε. Η πηγή της δεν είναι στο υπερπέραν. Είναι μέσα στο σώμα.. Σας είχα μιλήσει για το στοματικό την προηγούμενη φορά, δηλαδή για την ενόρμηση που κινείται γύρω απο τα χείλη, γύρω απο το στόμα και βγαίνει σαν λόγος. Υπάρχουν κι άλλες τρύπες του σώματος που πάλλεται η ενόρμηση γύρω τους..

Ν.Π.: Όταν τελειώσεις να κάνω μια μικρή παρατήρηση. 

Σώτη Γρίβα: Μπορείς να την κάνεις τώρα.

Ν.Π.:Ωραία. Η παρέμβαση έχει να κάνει με το ζήτημα του ενστίκτου που το υποστηρίζουν πολλοί ψυχολόγοι, νευροβιολόγοι κλπ. Υπάρχει μια επιστήμη στη βιολογία που λέγεται ηθολογία ζώων κι εκεί έχουμε ένστικτο γιατί όταν περιγράφεις για παράδειγμα πως ζευγαρώνει ένα λιοντάρι μ’ένα άλλο λιοντάρι, μια γάτα με μια άλλη γάτα κλπ..όλα τα λιοντάρια, όλα τα σκυλιά ζευγαρώνουν με τον ίδιο τρόπο. Το μόνο ζώο που εξαιρείται είναι ο άνθρωπος, που σημαίνει πέραν του τι λέει η ψυχανάλυση, ότι ο άνθρωπος είναι εκτός του ενστίκτου.

Π.: Ακόμα και στα ζώα ένα λιοντάρι δεν πάει με οποιοδήποτε λιοντάρι, άρα..

Γ.Π.:Όχι, θα το πω ως ανέκδοτο και θα το ολοκληρώσει η Σώτη, γιατί είναι ψυχαναλυτικό το ανέκδοτο. Και τα κουνέλια το κάνουν αλλά δεν φοράνε σέξι εσώρουχα.. Υπάρχει κάτι παραπάνω..

Ν.Π.: Ότι υπάρχει κάποιου είδους επιλογή δεν το συζητάει κανείς. Αυτό που δεν αλλάζει στα ζώα είναι ο τρόπος του ζευγαρώματος.

Π.: Αφού βάζεις μέσα την προτίμηση γιατί να μην υπάρχει και στα ζώα ενόρμηση; Γιατί τα ζώα δεν έχουν τρύπες;

Μ.: Πάντως πέρα απο τον σκοπό και την ώθηση που λέμε, νομίζω ότι και στην πράξη είναι ολότελα διαφορετικά. Είχα δει μια ταινία μ’ένα συγκεκριμένο παράδειγμα που στο τέλος της πράξης τα αλογάκια της Παναγίας τρώγονται. Τρώει το θηλυκό το κεφάλι του αρσενικού. Αυτή την πράξη δεν την κάνει κάποιο άλλο ζώο. Είναι αρκετά διαφοροποιημένο απ’ό,τι στα υπόλοιπα.

Σώτη Γρίβα: Ναι, όντως είναι διαφοροποιημένο. Αλλά για να δείξω και στον Π.,γιατί διαφέρει το ένστικτο στο ζώο και γιατί υπάρχει ενόρμηση στον άνθρωπο θα περάσουμε στο πεδίο της γλώσσας. Μόνο στον άνθρωπο υπάρχει ο λόγος, οι λέξεις και οι φαντασιώσεις..

Π.: Ναι..γιατί υπάρχει και το συναίσθημα και η λογική. Συγγνώμη για την διακοπή.

Σώτη Γρίβα:Πέρα απο το συναίσθημα και τη λογική είναι οι διαφοροποιήσεις τους. Απο τώρα ως τον Ιούνιο θα μιλάμε για εκείνες τις λεπτές εκφάνσεις των διαφορών. Θα με διακόπτετε όταν θέλετε κι εγώ θα ξαναβρίσκω τον ειρμό μου. Το σεμινάριο είναι προφορικό. Να μην το κάνουμε εδώ άκαμπτη άρθρωση του λόγου όπως στις ακαδημαϊκές διαλέξεις..

Π.:Ωραία να πω κάτι τελευταίο γι΄αυτό το θέμα.. Με τις γυναίκες που είχα σχέση θεωρούσα ότι το ένστικτο με τράβαγε και μετά, στη διάρκεια, ερχόταν το συναίσθημα κλπ.. Το πόσο χρόνο χρειάζεται ο καθένας είναι υποκειμενικό.

Σώτη Γρίβα: Για να πούμε ότι υπάρχει μια ερωτική έλξη με μια γυναίκα θα πρέπει να υπάρχει κι ένα ερέθισμα. Το ερέθισμα δεν εντοπίζεται μόνο σε ό,τι εξέχει π,χ στο στήθος, στους γλουτούς ή σε ό,τι κρύβει αθέατα μυστικά π.χ στο αιδοίο της. Υπάρχει και η τρύπα του λόγου..

Π.:Θα μου ανατρέψεις τη σκέψη τελείως.

Σώτη Γρίβα: Γιατί όχι; Άς μπούμε πιο αναλυτικά στο πώς λειτουργεί η φαντασίωση. Βλέπω μια γυναίκα σαν φιγούρα αλλά συνήθως αυτό που βλέπω σ’εκείνη είναι κάτι εστιασμένο. Ένα σημείο της.. Μπορεί να είναι ένα μικρό κομμάτι απο εκείνη. Κάτι τελείως αδιόρατο. Ο τρόπος που γυρίζει στο δαχτυλάκι της μια τούφα των μαλλιών της, το βλέμμα της.. Το βλέμμα δεν πιάνεται στην απόχη. Δεν είναι το σχήμα του ματιού ούτε το ίδιο το μάτι. Το βλέμμα ξεχωρίζει απο το μάτι. Μπορεί να’ναι η φωνή της όταν έχει ερωτική χροιά. Τη φωνή μας δεν την ελέγχουμε και κάποιος μπορεί να δει σε αυτήν ένα ερωτικό κάλεσμα μέσα απο την ίδια την φωνή που δεν είναι ταυτόσημη ούτε με τον φάρυγγα ούτε με τους λαρυγγισμούς του λάρυγγα. Η φωνή εξέρχεται, την «βλέπουμε» να βγαίνει, να εξίσταται.. Είναι ένα αντικείμενο που μας ξενίζει. Βρίσκεται κάπου και μας προκαλεί. Προκαλεί την επιθυμία και έχει σχέση με την ενόρμηση. Ξεκολλάει απο το σώμα μας και απευθύνεται στον Άλλο με αίτημα, βλέμμα, φωνή.. Με φωνή που βλέπει και βλέμμα που ακούει..
Το αίτημα είναι κάτι σαν ψαράκι όπως σας έδειξα στο γράφημα. Ξεκινάει απο εδώ μια ευθεία σ’ένα βέλος, κάνει μια κούρμπα και επιστρέφει. Γυρίζει σαν ψαράκι την ουρίτσα του. Κάνει μια θηλιά στο σπιράλ και συνεχίζει για άλλη μια ενώ συμπίπτει η αφετηρία με το τέρμα του. Πώς ξεκινάει ένα αίτημα; Ζητάω κάτι απο τον Άλλο. Είναι σαν να κάνει μια κούρμπα το κάλεσμά μου κι έπειτα επιστρέφει σ’ εμένα. Κάθε φορά που του απευθύνομαι ερωτικά δεν του λέω μόνο: «έλα να κάνουμε σέξ». Ζητάω κάτι πέρα απο αυτό που φαίνεται ότι ζητάω. Κάτι πιο αινιγματικό. Και ο Άλλος ζητάει απο μένα κάτι πιο αινιγματικό.
Είναι τα αινίγματα του «Che vuoi?». Το γνωστό: «Τι θέλεις απο μένα και τρώγεσαι με τα ρούχα σου;». Το θέμα είναι αν αυτά τα αινίγματα συναντιούνται σε κάποια κούρμπα του δρόμου μας ή όχι. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα που αναφέρει ο Ζίζεκ και λέει το εξής: Έχουμε μια πριγκίπισσα που θέλει να φιλήσει ένα βάτραχο για να ενσαρκωθεί το παραμύθι που όταν φιλάει τον βάτραχο γίνεται πρίγκιπας. Επομένως μπορούμε να έχουμε μια συμμετρία με ένα ωραίο πρίγκιπα και μια ωραία πριγκίπισσα. Αλλά η μεταμόρφωση δεν γίνεται σχεδόν ποτέ ούτε στα παραμύθια ούτε στην πραγματικότητα. Γιατί αποτυγχάνει; Γιατί αφού ο βάτραχος γίνει πρίγκιπας δεν σταματάει εκεί. Έχουμε μια κούρμπα. Σαν να λέμε ότι βρισκόμαστε στα μισά της κούρμπας. Ξαναφιλάει λοιπόν ο πρίγκιπας την πριγκίπισσα και την μεταμορφώνει σ’ένα μπουκάλι αφρισμένης μπίρας. Την πίνει και ξεδιψάει για λίγο.. Είμαστε στο πεδίο των φαντασιώσεων και των αντανακλάσεών τους. Η φαντασίωση της πριγκίπισσας είναι ο βατραχοπρίγκιπας και η φαντασίωση του πρίγικιπα η μπιροπριγκίπισσα. Καταλήγει όλο αυτό το μπέρδεμα με το «να έχει ο πρίγκιπας κάτι του χεριού του..». Οπότε την συρρικνώνει και την πίνει στο ποτήρι.. ή απευθείας απο το μπουκάλι..

Ν.Π.: Πάντως κανένα βατράχι δεν υπάρχει περίπτωση να επιθυμήσει ένα μπουκάλι μπίρα.

Β: Δεν υπάρχει κάτι ανικανοποίητο;

Γ.Π.: Στον Λακάν αυτό έχει πάει στα άκρα. Υπάρχει μη σεξουαλική σχέση, δηλαδή δεν υπάρχει καν σέξ.

Σώτη Γρίβα: Σέξ υπάρχει. Δεν υπάρχει ικανοποίηση. Δεν υπάρχει συμμετρία.

Γ.Π.: Υπάρχει αυτοϊκανοποίηση στο σέξ για τον Λακάν.

Ε.Τ.: Άρα μετά απο αυτό το ψαράκι έχουμε κι ένα δεύτερο ψαράκι; Και πού κόβεται αυτή η συνέχεια; Πότε τελειώνει;

Σώτη Γρίβα: Δεν τελειώνει.. αλλά για να περάσουμε απο το αίτημα στην επιθυμία θα περπατήσουμε προς την υστερία. Τι είναι αυτό που θέλει μια γυναίκα και είναι ακατανόητο σ’ έναν άντρα; Τί ζητάει απο εκείνον;

Πέμπτη 4 Αυγούστου 2016

AUGUSTINE’S SESSION pt.1

photo by Σπύρος-Ίωνας Μαρκάτης
 
 
He leaned to the side and closed his eyes. Another persistent ringing at the door made him spring from his desk and leave his train of thoughts hovering over his rocking chair.

How much time has gone by? he wondered nervously. I must’ve fallen asleep in the chair.

Vasiliki’s boyfriend stood at the front door with his arms folded across his chest looking uneasy.

“Good morning, am I on time?”

“Come in… come in… have you lost something?” he asked seeing him fretfully fishing through his pockets.

“I’ve lost my time… the day ought to have forty five hours to accommodate Vasiliki. She wanted us to be out all the time… increasingly farther beyond our limits… you know what I mean?”

“Hmmm… Sit down… yes… there… on the couch. Do you owe her something?”

“Yes… time… I debited her my time and it was never enough. There was always a balance due. The night before the disaster, we were at her house. It wasn’t exactly a house, in the sense of a home, comfortable and tidy. It was always ‘a mess’, as Vasiliki called it. When we curled up on the couch at night she often whispered in my ear:

”‘I’ve fucked up again’”.

”Then she’d lay her head on my lap and curl up like a foetus. She felt comfortable in that position. But after a while she’d jump up because of fits of apnoea that blocked her breathing.

”‘I think I must have a knot in my throat…’ she’d say in horror and I’d look at her flabbergasted.

”‘What’s wrong? You’re scaring me!’ I’d say and she’d answer with a twisted smile distorting her lips:

”‘Glee gives away the whore…’”

His voice ignited at times, and the words would come out ablaze, then faltered with pauses and discontinuities like a music whose colouring followed the intensity of the moment. He was very tall and slim, with grizzled hair at the temples and faint freckles across the face. His poise was youthful but his age undeterminable. An empty ashtray in front of him caught his gaze for a moment. He longed to leave an amount of ash from a lit cigarette there…. But he didn’t dare ask if he may. He puffed as if his breath were rings of smoke and continued the narrative from where he’d left off:

“Whenever she ate something, she’d say:

”‘Ah, this will be the death of me…’

”She believed her entire world could collapse from the first bite, from a greedy kiss. And then she’d whisper to me with a laugh: ‘the sin of the mouth’ and winked.

”She was so enigmatic she frightened me; I wanted to run away to save myself and take refuge in the first football game on TV”.

Ezekiel Query looked him in the eyes intently for a few seconds and he unconsciously lowered his.

“I don’t know why I’m telling you all this… Probably because she played with me in the wings. She never played with me on stage.”

“Which play was it?”

“Oh… I don’t know that, either…”

“Do you happen to know the play’s setting?”

“Now you mention it, an image came to mind. She liked doing it in the bathtub… but I got turned on thinking of her bent on all fours… on the bathroom tiles… There’s no censorship here, right? She’d say…

”‘No, Augustine, no… not without…’”

“‘Without’ what?”

“I don’t know… That’s what she’d say and stare into space… somewhere beyond the bathroom tiles. She’d wave with her hand I should leave her alone for a while so I’d leave slowly, warily… I even held my breath not to wake her… Before she’d turn her back to me, she’d say feverishly:

”‘Listen, I’ve told you before: We don’t rap… We simply don’t rap… Anything that raps snaps, anything that snaps don’t rap!”

”I could see it, too; I could see it clearly… There was a hole right in the centre of the relationship sucking everything in: her, me… and objects whirled around us… a thriller of a reality! If I didn’t vanish from her sight immediately, she’d open her mouth wide in a scream I thought came straight from the centre of the beast’s abyss in John’s Book of Revelations. An energy flow lashed everything in its course… After the outburst, the only thing left in place pulsating faintly was the outline of her lips. Like a cyclone had passed through there and it’s only living trace was that reflection on the desert of her lips. Now I said that, an image of her eating came to mind…

”She never ate like other people”.

“She ate nothingness?”

“Nothingness… errr… I guess so… The mouth would barely open and the food would enter noiselessly into a secret crypt, engaging the teeth for the longest time. Very peculiar way of chewing… When I’d stare at her, enchanted by her rhythm resembling a ritual sacrifice to some kitchen god, she’d get angry; she’d scowl and throw in my face the same words her mother told her:
”‘Open your bloody mouth at last… chew!’

”‘Like hell I would…’ she’d say. ‘I’d sit there like a statue with my mouth full for as long as it took to drive her hopping mad. Then she’d go rabid, she’d growl and pinch my nose with her two fingers…So, in a deadly snare between chocking and breathing… I swallowed…’”

“Was there more to this scene?”

“The only thing she could remember was her mother’s lips and jaw quivering from the rage she’d brought on. Her mother would then grab a scarf and tie it tightly around her face to stop the quivering. The tips of the scarf stuck out like a bow on top of her head.

”‘The way she looked, like a crazed rabbit, put me in real danger of dying of laughter…’ she’d say and laughed a creepy laugh that pierced my ears.

The structural hole… the lack… could it be that, I wonder, which nips in and punctures every word so its verbalization can breathe better? Is it lack which gives breath to the “and” that separates and unites without poking its nose… or its goo into an incestuous brew? What are the omens of the feast, of the birth separating the enslaved son from the mother land of Egypt? The Exodus! “I will bring you out of the land of slavery…” Ezekiel Query thought and the biblical passage passed before his eyes like a flash.

“I couldn’t bring her out of the land of slavery”, Augustine said, unaware he was unconsciously continuing his analyst’s associations. “I told her: ‘I’m not Moses’… even though I struggle with the same stammer … every time I try to verbalize too many phrases together. I’m sure you’ve noticed it, this long, drawn out ‘ehhh…’ Other times I get stuck on ‘l’; I say ‘llletter’, for instance… Vasiliki taunted me about it, of course, and I felt I’d gladly punch her face in”.

“For such a slight stammer?”

“Yes… it’s irrational… but my hand would automatically clench to a fist ready to land on its target. I could already see her head bending backwards, her neck unable to support it, her throat snap and the blood colour the scarf tied to her throat… But before it got within a hair’s breadth from her pan, I’d stop and slam it hard into my left palm. I’d jump to my feet with pain. Then I’d throw some cold water on my face to snap out of it and carried on like nothing strange happened. But… I’m fed up to the back teeth… that’s why I’m here. I want to be cured of this anger which dominates me…”