ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΔΕΥΤΕΡΟ
Η προτεσταντική
θρησκεία δεν είναι ο εγγυητής του
χάσματος και της ασυμμετρίας ανάμεσα
στο Θεό και στον άνθρωπο. Δεν πρόκειται
για καμιά «απομάγευση» του κόσμου η
οποία μας αποκαλύπτει την ψυχρή υλική
πραγματικότητα του Πραγματικού. Πρόκειται
για ένα ψευδοχάσμα που καλύπτεται με
ίχνη διαστροφικής απόλαυσης καθώς μας
επαναφέρει διαρκώς στην μήτρα της
Αιγύπτου χωρίς δυνατότητα εξόδου προς
την Γη της Επαγγελίας η οποία συγχρόνως
είναι η έρημος του Πραγματικού. Η μη
διαμεσολάβηση ανάμεσα στον Θεό και στον
άνθρωπο δεν μας απαλλάσσει από ένα
κουραστικό εκκλησιαστικό οικοδόμημα
που δρα σε αρμονική ιεραρχία με μια θεία
παντοδυναμία αλλά μας καλύπτει το
παράδοξο μυστήριο της Ενσάρκωσης του
Λόγου του Θεού. Ο Zizek
αποφαίνεται:"…at
the moment of Christ’s death, the earth shook, there was a
thunderstorm, signaling that the world was falling apart, that
something terrifyingly wrong was taking place which threw the very
ontological edifice of reality off the rails. In Hegelese, Milbank’s
vision remains that of a substantial immediate harmony of Being;
there is no place in it for the outburst of radical negativity, for
the full impact of the shattering news that "God
is dead"1.
Ο θάνατος του Θεού αντηχεί στην
σκέψη του Zizek ως η εγκατάλειψη
του Θεού από τον ίδιο τον Θεό. Ένας
θάνατος χωρίς ανάσταση. Το θνητό σώμα
του Χριστού είναι ένα δοχείο πρόσληψης
της θεότητας που πεθαίνει αφήνοντας
ένα υπόλοιπο παρουσίας στην κοινότητα
των πιστών ως Άγιο Πνεύμα2.
Ο Χριστός ανασταίνεται ως Άγιο Πνεύμα
και όλο το σκηνικό φαντάζει ως ένα
υπολειμματικό πλεόνασμα απενσαρκωμένης
αγάπης μεταξύ των πιστών ή ως ισοδύναμο
της ίδιας τους της κοινότητας. Αυτή η
αναπαράσταση θα ταίριαζε περισσότερο
με μετενσάρκωση παρά με ανάσταση. Ο
συμβολικός Πατέρας γίνεται ένα νεκρό
βιβλικό γράμμα. Αν ανυψωθεί σε ένα
Ιδεώδες Εγώ τότε εισερχόμαστε απευθείας
στο πεδίο του Φαντασιακού Πατέρα τον
οποίο καταναλώνει ως Τοτέμ η φαντασιακή
κοινότητα των πιστών. Μια άλλη αναπαράστασή
του είναι εκείνη της επουράνιας Τριάδας
η οποία είναι αποκομμένη από το ανθρώπινο
και καθρεφτίζεται σε μια γήινη Τριάδα
που ενεργεί για τους ανθρώπους3.
Προφανώς και σε αυτήν την διπλοτυπία
τα κάτοπτρα πολλαπλασιάζονται και
διαιωνίζονται διαθλάσεις, αντανακλάσεις
και θραύσματα μιας ανακύκλωσης από το
ίδιο στο ίδιο μιας δυσδιάστατης
αναπαράστασης χωρίς έξοδο. Βρισκόμαστε
διαρκώς ακινητοποιημένοι στον τόπο της
αδύνατης απόλαυσης, της αδύνατης
ανταλλαγής και των εκάστοτε media
που δρουν ως vanishing mediator.
Το σημαίνον «Θεός» είναι πάντα ήδη
παρελθόν που προβάλλεται στο μέλλον ως
διπλή ανάκλαση. Ο Άλλος δεν είναι η
ριζική Ετερότητα, ο ριζικά Άλλος. Το
παρελθόν καθρεφτίζεται στο μέλλον για
να καθρεφτιστεί πίσω στο παρόν ως
αναδιπλασιασμός της αντανάκλασής του.
Σε αυτό το σημείο χρειάζεται να
αναρωτηθούμε, και εμείς και ο Zizek,
για την ηθική της επιθυμίας μας σε σχέση
με την ηθική της πράξης του λόγου μας
όταν μιλάμε για τον Χριστιανισμό. Δεν
μπορούμε να την εντοπίσουμε σε ένα
οντολογικό χάσμα, σε μια ρωγμή, στο
κέντρο της ύπαρξης από την οποία αναδύεται
μια αυθεντική πράξη του λόγου αλλά ούτε
και σε μια αυτοαναφορικότητα κυκλικού
τύπου του Άλλου της απόλαυσης. Ο Lacan
αναφέρει ότι: «το μόνο πράγμα για το
οποίο μπορεί να είναι κανείς ένοχος,
είναι το να έχει υπαναχωρήσει σε σχέση
με την επιθυμία του»4.
Η αέναη όμως ακολουθία μιας επιθυμίας
της επιθυμίας μπορεί να εκβάλλει σε μια
σύγχυση Φαντασιακού-Συμβολικού χωρίς
Πραγματικό. Ο χρόνος μπορεί να καθηλωθεί
σε μια διαπαθητικότητα χωρίς διάρκεια
και τα στοιχεία που τον απαρτίζουν να
γίνουν ολόιδια μεταξύ τους. Ακόμη κι αν
το αίτημα του υποκειμένου διατρέχει
έναν «πλήρη» κύκλο και η επιθυμία του
ένα «κενό» κύκλο, ο οποίος αναπαριστά
την μετωνυμική διαδρομή της επιθυμίας
που το υποκείμενο διανύει σύμφωνα με
μια ασυνείδητη επιλογή διαγράφοντας
τους γύρους του αιτήματός του, δεν
μπορούμε να διαφύγουμε από την ανεστραμμένη
κυκλικότητα των σημαινόντων.
Το θέμα δεν είναι ποιος
κύκλος φαντάζει καλύτερος για να τον
επιλέξουμε με τα μάτια ερμητικά κλειστά
αλλά η ριζική διαφορά ανάμεσα σε κύκλο
και σταυρικό σχήμα (συμβολικός
ευνουχισμός). Ο τραυματικός χαρακτήρας
της Ενσάρκωσης του Λόγου δεν είναι της
τάξεως του ριζικού ανταγωνισμού εντός
Του αλλά ούτε και της σύμπτωσης
πεπερασμένου και απείρου σε μια αρμονική
Θεία Ολότητα. Η διαίρεση (Θεάνθρωπος)
μέσα στο ίδιο το σημαίνον Θεός είναι
ένα συμβάν μέσα στο αδιαίρετο της Αγίας
Τριάδας. Ο Θεάνθρωπος διαιρείται χωρίς
να χάνει την θεότητά του ή να εκφέρει
απλώς άλλο ένα υστερικό παράπονο
εγκατάλειψης προς τον Θεό Πατέρα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
1
Slavoj Zizek and John Milbank, The
Monstrosity of Christ
, Paradox or Dialectic? (London: Edited by Creston Davis, 2009), p.249.
, Paradox or Dialectic? (London: Edited by Creston Davis, 2009), p.249.
2
Ibid., p.253.
3
Ibid., p.253.