photo by gianpal333 |
Το ενήλικο
παιδάκι παίρνει θέση γύρω από ένα στρογγυλό τραπεζάκι με μικροσκοπικές
καρεκλίτσες.
«Λοιπόν;»
Ζωγραφίζει
έναν αγριάνθρωπο με πελώρια χέρια και πόδια. Στο δεξί του χέρι
σφίγγει ένα λουρί περασμένο στο λαιμό ενός σκύλου με παιδικό πρόσωπο. Το
δαρμένο παιδάκι εικονίζει έτσι το μέρος του σώματος του Άλλου που το αγγίζει με
ατσάλινες δαγκάνες και του προκαλεί ρίγη εξευτελισμού.
«Μου αρέσει
να με λυπούνται»
Αυτή είναι η
φράση-περιλαίμιο που του φόρεσαν κατάσαρκα. «Τον φτιάχνει» όχι μόνο ο πόνος
αλλά και η απόλαυση του πόνου της εικόνας του. Μια ανθρωπόμορφη εικόνα πεσμένη στα τέσσερα πόδια του σκύλου γρυλίζει
παραπονιάρικα. Μια μαζοχιστική σκηνή παρασιτεί στις φαντασιώσεις του.
«Οι γονείς
μου με έκαναν για τα γεράματά τους»
Αγαπάει και
απεχθάνεται τον βασανιστή του. Κάποια αναφιλητά αντηχούν στο στήθος του.
Σφίγγεται κι ένα κομματάκι γλυκιάς φαντασίωσης
κολλάει στην κάτω γνάθο…
-Αγάπη μου,
πόσα χρόνια κλείνουμε;
-Κάπου δυο…
-Δεν
ρίσκαρες λίγο όταν με πρωτογνώρισες;
-Όχι.
-Πώς όχι; Κι
αν σε απέρριπτα δεν θα απογοητευόσουν;
-Α.Π.Ε, το
ξέρεις το ανέκδοτο; Ένας μαγαζάτορας χασαποταβέρνας στα προάστια καθώς δίνει
τον λογαριασμό στον πελάτη προσθέτει τα αρχικά Α.Π.Ε=5.00. Ο πελάτης πληρώνει
αμίλητος και φεύγει αλλά του κακοφαίνεται. Μετά από καιρό ξαναπερνάει από την
ταβέρνα και ρωτάει εκνευρισμένος τον μαγαζάτορα τι είναι αυτός ο φόρος τελικά.
Κι εκείνος απαντά: "Άμα Πιάσει Έπιασε". Έτσι και με μας.
-Άντε και
γαμήσου! Μαλάκα.