Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2016

«Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ-ΧΡΕΟΣ»



φωτο gianpal333

Φοράει ένα ηλεκτρονικό κολλάρο και στο αίμα του ρέει ο ιός της διαρκούς εκπαίδευσης. Αντικαθιστά το σώμα  του λόγου του με τον διαμελισμό των οργάνων του χωρίς δεύτερη σκέψη.

«Αχ! Δεν μπορώ τα σύνδρομα. Προτιμώ τα αρθρωτικά και τα μαθησιακά»

Ακούς στην παραπάνω φράση τα ουδέτερα «σύνδρομα», «αρθρωτικά», «μαθησιακά» να σε κόβουν σε υπηρεσίες πώλησης και να σε στέλνουν στους δήθεν ειδικούς; Αν τα ακούς, τότε ίσως βλέπεις και τις σπείρες ενός ερπετού που κουλουριάζεται γύρω σου. Χρωστάς ένα σφάλμα στον μεγάλο Άλλο (να είσαι συνένοχος και συνεργός του). Σου το φόρτωσαν κι εσύ το μεταβιβάζεις ως χρέος. Ηθικό και οικονομικό. Χρωστάς και δεν επιτρέπεται να ξεχρεώσεις…

Ο «άνθρωπος-χρέος» όταν βγάζει το κολλάρο του φοράει μια χρεωστική ή πιστωτική κάρτα και ασθμαίνει να προλάβει τα νέα του χρέη. Κατοικεί σε γκέτο. Έγκλειστος σε οικογενειακές πολυκατοικίες που προσομοιώνουν οικογενειακούς τάφους μετρά τα χρήματά του. Το χρήμα τον αγχώνει. Για να μην αγχώνεται χρειάζεται χρήματα! Τον βλέπεις, καλέ μου, τον φαύλο κύκλο της παραγωγής άγχους; Ο «άνθρωπος-χρέος» είναι το προϊόν μιας παρανοϊκής διαφήμισης που πουλάει το παρελθόν στο μέλλον του. Ένας «θεατής-αγοραστής» ή «καταναλωτής-παραγωγός» των ίδιων του των συμπτωμάτων. Αν το «χέρι» του θέλει να του ρίξει καμιά σφαλιάρα για να ξυπνήσει από τον λήθαργο, θα πρέπει να το θεωρήσει αυτονομημένο και να το τιμωρήσει με χειρωνακτική εργασία. Αν το «κάτω κεφάλι» θέλει να γαμήσει, θα πρέπει επειγόντως να συμμορφωθεί στην αριστοτελική λογική του «πάνω κεφαλιού». Σε ένα «Ακίνητο Κινούν» χωρίς ίχνος υλικότητας. Ακόμη και οι λιβιδινικές ερωτογενείς ζώνες δημιουργούν χρέη.

«Πού να τρέχεις τώρα; Δεν γαμιέται… (Χ)άραξε…»

Αν το «μάτι» του κολλήσει σε καμιά οθόνη, θα τον εντάξουν στο αναμορφωτήριο των διαταραχών του φάσματος και κάθε τόσο θα τον αξιολογούν. Τα σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης έχουν περιφραγμένα δωματιάκια για όλα τα διαταραγμένα πελατάκια. Υπάρχουν κελιά σε διαγράμματα για κάθε απόκλιση από το συστημικό μοντέλο λειτουργικότητας. Την βλέπεις την παγίδα; Την βλέπεις και τι κάνεις; Το ρίχνεις στα αντικαταθλιπτικά και όταν τα απαρνηθείς για λίγο σε πιάνει στερητικό σύνδρομο.

«Τι έχω;» αναρωτιέσαι και ξημεροβραδιάζεσαι στα ιατρεία του πόνου.

«Τίποτα δεν έχετε» σου απαντούν αλλά σου συνταγογραφούν νέο κύμα αντικαταθλιπτικών έως και αντιψυχωσικών φαρμάκων.

Αν δεν έχεις τίποτα, δεν είσαι τίποτα! Είσαι γυμνός και ντρέπεσαι, όπως ο Αδάμ και η Εύα με τα φύλλα συκής. Το φύλο σου (sex) έγινε φύλλο και φτερό. Ουδέτερο, ακίνδυνο φύλλωμα. Ένα λεκτικό περίβλημα που ντύνει τα ντοσιέ στα επιστημονικά συνέδρια. Είσαι η τάδε κλινική περίπτωση… Δεν έχεις όνομα.

«Αλήθεια, πώς σε λένε;»

«Στοματικό, πρωκτικό…»

«Πώς σε λένε;»

«Υστερικό, φοβικό…»

«Πώς σε λένε;»

«Δεν έχω όνομα…Είμαι η διαταραχή που μου λένε ότι έχω…»

Το βλέπεις; Υπερταυτίζεσαι με τον ανώνυμο Όμοιο και πάσχεις από την μετάσταση του ίδιου πάντα συμπτώματος. Μου φαίνεται ότι παίρνεις αφύσικες διαστάσεις…

«Πώς είπαμε ότι σε λένε;»

«Λεβιάθαν»

Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2016

AUGUSTINE’S SESSION pt.5

photo by Σπύρος-Ίωνας Μαρκάτης
 
 
He suddenly remembered a dialogue with Vasiliki and projected it on his mind’s screen:

“How should I pose, in what position?”

“It doesn’t matter, so long as you don’t move”.

“How do I look?”

“Like Mona Lisa would look in Vincenzo Peruggia’s damp chest after she was stolen. Dark and melancholy”.

“Come on, don’t tease. Where should I look?”

“Into space and farther still…”

“If you don’t cut the bullshit, I’ll leave your picture and you’ll be left with the frame”.

“So what? Subjects come and go. It’s the frame that sets the scenery… Why don’t you wear something sexy that pleases the eye…?”

“Right, that’s it. Damn your subject and me along with it for standing here all this time and allowing myself to be your victim!”

“Easyyy, or else… I’ll wrinkle your cute little face first and then seal your mouth with breathless kisses. It’ll be a sweet death… you’ll see…”

His voice broke as he uttered the next words:

“Now that I’m so unbearably thirsty…”

“If you gratify your thirst by overindulgence, you enter the ‘hereafter’ in animal form”.

“Yes… with the head of an animal on a human body”.

“A brute gender?”

“I don’t understand… What was I saying? I lost the plot for a moment…”

“One loses the plot only to find it again some sentences later”.

“Not exactly… You know… when they found her dead… the TV was on, but the sound muted. Like some sort of silent movie. A moving picture on the screen and the film’s soundtrack playing in the room. Probably from a CD. It was… how can I describe it… something thorny… a thorny sonic mesh whose memory still makes me bleed…”

“Did it frighten you?”

“Immensely! It felt like the sound was separate and came from the depths of the abyss. And yet, it was me inside the mouth of the beast in the abyss. I felt I was being swallowed by the chaotic mouth of Leviathan… being lost in its entrails… being…”

“Did you hear it yourself?” Mr. Query abruptly asked, interrupting his phrase that was already flirting with the brink of the abyss.

“No, the police inspector, Mr. Beergut, told me. He got there first. He’s huge and his belly testifies how he got the surname Beergut, but he meticulously collects the evidence of the cases he works on, so I have no reason to doubt him. I imagined the rest…”

“Such as?”

“Well, how the sound would invest the room with auditory delusions”.

“The sound of the silent movie or the sound of Vasiliki’s voice?”

“Both. I don’t know… there’s something supernatural about the whole thing. It’s like a movie”.

“What would you consider natural?”

“Vasiliki’s voice flowed unchecked by sound barriers. It still sounds strange to my ears. It filled up space so tightly, it was asphyxiating. It still does…”

“What does it do exactly?”

“It comes for the Land of Never-Never or the Land of Now and Again and haunts me… I can’t get away from that voice… It’s terrifying! Like she’s undead and omnipresent. Like back then, when she screamed and the glassware moved of its own accord. How can I describe it? It’s a voice that bores through the reality I live in, it penetrates it, although it doesn’t even have a body. It never wanes!”

“And where does Vasiliki reign?”

“Where dawn breaks and dusk rises… She reigned like the sun reigns. I was just there to say; ‘Good morning… Good evening… Goodnight…’ you know, like the lighthouse keeper in the Little Prince… like I had a mission… like I had to keep the rhythm in her small kingdom. But she didn’t have the slightest kingdom of her own. You know, it’s very odd… I know who I’ve lost and in which sundown she set. What I don’t know is what I lost along with her disappearance…”

He rose tentatively and sat at the edge of the couch for a little, exhausted. How did he become so tired? He rested his chin in his hands and closed his eyes. Mentally he counted to four, drew in a couple of deep breaths and decided to move to the door. How strange! He felt like he’d just come out of the shower.

“Yes… a shower with words…” whispered a small voice inside him and he leaped to his feet like he was hit by lightning.

Wherever that voice came from, it was eerie; it sounded like a child’s, but he’d never heard it before. His eyes opened wide with surprise, and just before he passed the threshold towards the exit of this peculiar place, he turned to the analyst.

“I’m I going crazy?” he asked.

Ezekiel Query granted him a reassuring smile.

“Words sound different here… they carry a different weight…” he replied and shook his hand in a long handshake.
 

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

Ο ΙΛΙΓΓΟΣ ΤΟΥ ΑΛΑΘΗΤΟΥ



φωτο   gianpal333


Τι συνολάκια αγοράζεις για να ταπώσεις το κενό σου; Χάρτινο φεγγαράκι, ασημί φεγγαρόφωτο, ερωτικές δουλειές του τρίτου ποδαριού και προπάντων χρόνο! Αγοράζεις χρόνο. Αγοράζεις ρούχα φθινοπώρου με δόσεις και μια πίστωση χρόνου για να τα φορέσεις. Δεν βλέπεις ότι το σώμα σου διαμελίζεται στην αγορά χρόνου. Τρέχει και δεν το φθάνεις. Μουτρώνει, ξινίζει τις εκφράσεις του, γίνεται εκκεντρικό, υπερπραγματικό και εντελώς ασήμαντο.

Εν-τω-μεταξύ για να μην «χάνεις τον καιρό σου» τα ρίχνεις στην γκόμενα απέναντι. Εκείνη ανασηκώνει το κάλυμμα του κινητού της που είναι καθρέπτης. Βουρτσίζει τα μαλλιά της. Παίρνει πόζα και φωτογραφίζεται. Βγάζει ένα κόκκινο κραγιόν και βάφει τα χείλη της. Ξανακοιτάει. Φωτογραφίζεται. Όχι, δεν είναι τέλειο. Διορθώνει το μακιγιάζ. Ξαναβάζει… ξαναβγάζει…

 Ένας ίλιγγος την τυλίγει. Ο ίλιγγος του αλάθητου.

Της έχει συμβεί. Σου έχει συμβεί. Αλλά συνεχώς ξορκίζεις το σφάλμα για να μην σου συμβεί. Να μην σου πέσει, να μην πάθεις κανένα ατύχημα, να μην… Θέλεις να της στείλεις ένα «γράμμα» αλλά το κλεμμένο γράμμα είναι ο ίδιος ο  φαλλός. Συνεχώς χώνεται ανάμεσά σας. Δεν τον λες με το όνομά του. Είναι η μπάρα ανάμεσα στο σημαίνον και στο σημαινόμενο. Έτσι σου έχουν πει. Το εμπόδιο στην σχέση σας. Το παιχνιδάκι της φαντασίωσης…

«Άστα αυτά τα ψυχαναλυτικά μωράκι μου. Έλα, πες μου… Τι φοράς τώρα;»

Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2016

AUGUSTINE’S SESSION pt.4

photo by Σπύρος-Ίωνας Μαρκάτης
 
 
How do you tour the hole?

Mr. Query silently wondered. Do you walk with feigned indifference circling the void or does it fascinate you to walk on its burning coals sighing like a firewalker at the carnal scent that hits your nostrils from your burnt soles shortly before the Thing appears… or do you keep a supposedly safe distance?

“For security reasons mind your personal belongings!” says the voice of the metro which measures distances between human beings with the yardstick of fear… They look at one another through frightened eyes and they see something monstrous. Their own glances. Their own abyss reflected in the marshes where the abyss of the Other stagnates…

“How did she feel about books?” he suddenly asked and the startled patient under analysis started on the couch.

“You scared me! I’d never seen her read something to the last page. Halfway through the book, she’d stop reading and toss it away. The book would fall apart, its pages scatter to the floor”.

“How do you explain that?”

“Ehhh, I think she told me one day she identified with them, that’s why she tossed them. They absorbed her and sucked her in at the same time. Come to mention it, I think she was right. She often behaved odd, like a heroine from a novel… yes… why not?”

“Did any book pass the test?”

“Yes… One did, actually… but it wasn’t exactly a book. It was a dictionary”.

“What kind of dictionary?”

“Foreign… I don’t remember… She was obsessed with looking up words and translating them. She knew many languages, but she preferred Spanish. It was a game that relaxed her, but also grounded her firmly, as she said, on the bark of reality”.

What was she trying to name, I wonder? Words-screams between her and reality…

Yes… I’m already between the tree and its bark. But there’s something missing… Can leaves be feathers as well?

While Ezekiel Query was silently wondering, Augustine looked uneasily around him. He couldn’t stand pauses or long silences. They reminded him of his stammer, which seemed to sound off-key in silence. He instantly felt he inhaled oddly, like a suction sucking all his vitality and robbing his body of all forms of energy, even silence… He batted his eyelids. His vision blurred his gaze for a moment and he felt the urge to invade silence with the following phrase:

“After the funeral I went to an old movie … it was called: A great love affair. I cried at the cinema and everyone stared at me. Not because the story was melodramatic… which it was, of course… the lovers never encountered each other… but because I got stuck on a phrase…”

“What phrase?”

“Nothing heavy; it was rather romantic and mushy, but I was deeply moved. The leading actress said:

”‘I’m alone with my memories…’

”I’m also alone, but without memories, memories that tell a story, that constitute the picture of a lifetime. I remember only bits and pieces… like scenes from ‘up fronts’… but without me in them. Apparently I’ve been a viewer only … one of those who watch themselves from the comfort of their armchair moving across reality’s screen. Totally ludicrous and with a silent pain like in the silent movies. I’m scared… I’m scared that, if I drink deeply from the fountain of pleasure, instead of quenching my thirst, I’ll quickly turn into a wolf, a panther or a tiger now that…”
 

Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2016

Ο ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ ΤΩΝ ΑΥΤΟΑΝΟΣΩΝ



φωτο απο gianpal333

Στον λαβύρινθο του πόνου συναντάς τον Μινώταυρο. Τρέχεις και δεν φθάνεις γιατί σε κυνηγάει η ισορροπία του τρόμου και ο τρόμος της ισορροπίας σε μορφή αυτοάνοσης απειλής. Πως θα ξεφύγεις από τα σημεία και τα τέρατα των καιρών; Άλλωστε με τα αυτοάνοσα στις μέρες μας γίνεται της πουτάνας!

Ποια είναι η μήτρα που τα επωάζει; Δεν πρόκειται για μια κληρονομική πάθηση ούτε για την μοίρα που χτυπάει πισώπλατα. Όσο κι αν σαστίζεις πρόκειται για το γνωστό σου Υπερεγώ και την ουρά του αλλά σε μεταλλαγμένη μορφή. Το Υπερεγώ είναι εκείνο που θεριεύει και σου πολλαπλασιάζει τα κύτταρα και τα χρέη σου προς το Υπερεγώ. Η μετάλλαξή του σε Υπερμοντέλο υψίστης ασφαλείας, ελέγχου και πρόληψης δημιουργεί αυτοάνοσα! Η ουρά του είναι οι κανόνες, οι νόρμες, οι εντολές, τα όρια που οργιάζουν, τα ψυχολογίστικα περιβάλλοντα θερμοκηπίου, ο υπολογισμός της ζωής σου με σενάρια επιβίωσης και πάνω από όλα η αποφυγή του συμβάντος! Τίποτα δεν αφήνεται στο συμβάν της ύπαρξης… Χώνει την ουρά του όπου βρει και συνεχώς σε σπρώχνει να πλεονάζεις στις αγορές, να ρέεις στο παθητικό σου δόσιμο στο διαδίκτυο και σου χαράζει τροχιές δράσεων που όλο και παρεκκλίνουν από Εσένα.

Όλα καλά κι όλα ωραία. Αρκεί να μην υπάρχεις Εσύ ως Εσύ. Μόνο να δορυφορείς τον δορυφόρο σου μέχρι να εκτροχιαστείς. Έτσι την πάτησε και η γραμματέας του Υπερεγώ…

-Πάτα το όνομά του!

-Τι να πατήσω;

-Που είσαι τώρα; Κάτω από το γραφείο; Ηλίθια είσαι; Στο φάκελο ψάξε!

-Έψαξα…

-Που έψαξες; Στα αρχεία…Τα αρχίδια μου θα πάρεις!

-Λάθος ο κωδικός; Και τι παιδευόμαστε τόση ώρα μωράκι μου;   

-Άστο… Ναι… Θα το στείλω εγώ… Τι ώρα να περάσω το βραδάκι; Στις εννιά είναι καλά;  Γδύσου και έρχομαι!...