Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 28 Μαΐου 2017

Η ΑΝΑΓΚΗ ΣΕ ΚΑΝΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΠΟΥΤΑΝΑ?

Η ανάγκη εξαλείφεται (η στοματική, η βλεμματική, η πείνα και η δίψα για κάθε καλλιτεχνία) και στη θέση της σφιχταγκαλιάζεται το αίτημα με μια ατροφική επιθυμία. Αυτή η εσφαλμένη στροφή οφείλεται και στον Lacan. Η ασυνείδητη επιθυμία δεν είναι η μετωνυμία των αιτημάτων όπως έλεγε. Όσο και να ψάχνεις «τι ζητάς» δεν θα καταλήξεις στο «τι πραγματικά θέλεις». Η επιθυμία παραμένει η επιθυμία του Άλλου ή μια επιθυμία της επιθυμίας και μένεις μόνο με ένα αδηφάγο αίτημα στα χέρια σου που σου τρώει τη ζωή. Δεν σε κρατούν τα πόδια σου. Δεν έχεις το ηθικό/σωματικό βάρος για να κάνεις άρση και θέση του ποδιού μακριά από το «υπηρετώ» και «Μάλιστα Κύριε!», «Διαταγάς!».
Οι ψυχαναλυτές της εφαρμοσμένης ψυχανάλυσης και οι κάθε λογής «ψ» που επιμένουν να βάζουν «όρια!» στην επιθυμία σου, χωρίς να ξέρουν καν σε ποιον απευθύνονται ή ποια είναι η επιθυμία του, κάνουν τόσο διάφανο το λεκτικό δέρμα της ψυχής του καθενός σαν να μην έχει καν δέρμα η σάρκα του. Και για να πάει στην τουαλέτα θα πρέπει να έχει άδεια πρόσβασης στην λεκάνη από τον ειδικό που τον έχει αναλάβει με μια αντιστοιχία βασιλιά και ακόλουθου. Η άμυνα του δέρματος πέφτει με τα δήθεν «όρια». Μην τυχόν και επιθυμήσεις να είσαι εσύ… Κάτι δεν πάει καθόλου καλά.
«Δεν είμαι εγώ…» λένε οι άνθρωποι και τους συγχαίρουν που δεν είναι εγωιστές.
Το υποκείμενο του ασυνειδήτου κινδυνεύει να μην γεννηθεί ποτέ στον λόγο του και όλοι νοιάζονται πως θα σε κάνουν ζόμπι. Να επιβιώνεις σαν σωματικό σχήμα αλλά να μην ζεις σαν ασυνείδητη επιθυμία που ρέει στον χωροχρόνο. «Να μην είσαι πουθενά…» και να διαχειρίζονται απλά το αίτημά σου. Δεν σε ρωτούν πια:
«Τι θέλεις;»
«Ποιος είσαι;»
Αλλά «τι θέλεις από μένα» και πως μπορώ να δια-χειριστώ το αίτημά σου, το σώμα σου, την σκέψη σου, το ίδιο σου το είναι, σαν να απευθύνεστε σε διαχειριστή πολυκατοικίας ή μάνατζερ επιχειρήσεων. Το μάτι θολώνει αλλά οι βιτρίνες με τα προϊόντα πολλαπλασιάζονται. Γίνεσαι ένα από αυτά. Οι διαφημίσεις σου αφαιρούν και την φαντασίωση. Θα κάνεις σαν να φαντασιώνεσαι. Θα μπαίνεις και θα βγαίνεις στην διαφημιστική αφίσα προσομοιώντας την φαντασίωσή σου και αφού σου τραβήξουν το μάτι, θα σου τραβήξουν και το αυτί! Γενικώς θα τραβιέσαι από δω κι από κει για λίγη δόση… για να ξεφύγεις…και όχι για να φύγεις!
«Έχεις πονοκέφαλο;»
«Χαπάκι»
«Έχεις δυσκοιλιότητα;»
«Χαπάκι»
«Φοβάσαι το σκοτάδι;»
«Χαπάκι»
«Φοβάσαι να γαμήσεις;»
«Χαπάκι»
Είδες πως καλύπτονται οι ανάγκες σου και δεν βγάζεις τσιμουδιά με όλες αυτές τις πιπίλες; Ώσπου να καταλήξουν όλα αυτά στην πραγματοποιημένη ουτοπία της δικής σου εξόντωσης σε μια εξωτική αμμουδερή παραλία αφίσας λίγο πριν φανεί το πτερύγιο του καρχαρία…
Είναι ακριβώς από πίσω σου.

photo gianpal333

Κυριακή 21 Μαΐου 2017

Η ΑΔΡΑΝΕΙΑ ΠΟΥ ΚΟΥΡΑΖΕΙ

Σε μαθαίνουν να είσαι ο καθρέφτης σου. Μια αδρανής μάζα, πάντα κουρασμένη. Ένα σωματίδιο που βυθίζεται σε μια ψυχρή οθόνη. Όταν τα φώτα σβήσουν τα κινητά ανάβουν… Έπειτα αφού θα σε έχουν αιχμαλωτίσει στο καθρεφτάκι σου μπορούν να σε κόψουν σε κομματάκια διαταραχών και να διαχειριστούν το σωματικό σου σχήμα με την βούλα της ιατρικής. Πως θα βγεις απ’ αυτό το στημένο πανηγύρι; Αν δεν έχεις καν ενσαρκωθεί με όνομα, σάρκα, οστά, εικόνα και πνοή ζωής θα είσαι έρμαιο της κάθε οθόνης. Θα βλέπεις το είδωλό σου στον καθρέφτη πικρόχολο και συλλογισμένο. Θα είσαι η εικόνα μιας ανάμνησης του εαυτού σου, δηλαδή μια σκέτη αναπαράσταση. Η σκλαβιά στην μήτρα της Αιγύπτου υπακούει στον νόμο της αδράνειας. Οι παθητικοί σκλάβοι που ήταν και η μεγαλύτερη προλεταριακή δύναμη στην χώρα της σκλαβιάς έσερναν τις αλυσίδες τους και περίμεναν… Το ίδιο και τώρα. Ενσωμάτωναν το έγκλημα στην δομή του σώματός τους και περίμεναν… Το ίδιο και τώρα. Η Αίγυπτος φαντάζει ακόμη με τεράστιο λαβύρινθο μιας ασυνείδητης ενοχής και αυτοτιμωρίας. Κάθε διαδρομή είναι και μια αιώνια επιστροφή στον ίδιο θρήνο και στα ίδια βογκητά.
Ποιος είναι ο τόπος όπου το Όνομα μπορεί να ακουστεί και το Είναι γίνεται ορατό;
«Να ο τόπος, μαζί μου: πάρε θέση πάνω στον βράχο,
και στο πέρασμα της δόξης μου σε βάζω στην κοιλότητα του βράχου
και σε καλύπτω με την παλάμη μου μέχρι να περάσω,
τότε αποσύρω την παλάμη μου κι εσύ βλέπεις την ανάποδή μου,
το πρόσωπό μου δεν θα το δεις» 1
photo gianpal333
Δεν μπορείς να δεις απευθείας το υποκείμενο του ασυνειδήτου, που «μιλάει-χωρίς-να μιλάει» σε πρώτο ενικό πρόσωπο, χωρίς να πέσεις πάνω στο γνωστό σου Εγώ που μιλιέται από τον καθρέφτη παραγωγής συμπτωμάτων. Δεν μπορείς να το δεις ακόμη κι αν είναι μπροστά στα μάτια σου ή στην βάση της μύτης σου όπως τα γυαλιά σου. Συνήθως βλέπεις ένα εξωτερικό χωρίς εσωτερικό ή το αντίστροφο. Τα βλέπεις όλα λεία ή γεμάτα τρύπες αλλά και οι τρύπες είναι ο τόπος μιας λεπτότερης ύλης που πάλι δεν μπορείς να δεις. Έχεις τα μάτια σου ορθάνοιχτα και τα αυτιά σου τεντωμένα σε εγρήγορση σαν πορτοπαραθυρόφυλλα που ανοίγουν μόνο απέξω και προς τα έξω αλλά είναι αδύνατον να δεις το υποκείμενο του ασυνειδήτου να περνά. Δεν μπορείς να το δεις και να ζήσεις…
Ο Φαραώ για να βασιλεύει έχει ανάγκη σκλάβους που παράγουν παθητική αδράνεια. Δεν μπορεί να τους ελευθερώσει γιατί έτσι θα απαρνηθεί τον εαυτό του και το βασίλειό του. Θα το σπρώξει στην κατάρρευση. Μια υπερεγωτική ηθική του σκληραίνει ήδη την καρδιά και την παγώνει σε μια διαστροφική απάρνηση που του αποφέρει διαστροφική απόλαυση. Βλέπετε το Υπερεγώ δεν λέει μόνο το χιλιοακουσμένο λακανικό «Απόλαυσε!» αλλά σε πλήττει με ηθικά χτυπήματα κάτω από την ζώνη…
Οι πληγές του Φαραώ είναι τα χτυπήματα των συμπτωμάτων με τις άπειρες όψεις τους. Δεν μπορείς να τα προλάβεις με καμιά πρόληψη υγείας. Ίσα –ίσα που το κάλεσμα για πρόληψη τα πολλαπλασιάζει. Το Υπερεγώ στις μέρες μας δεν λέει καν «Απόλαυσε!» αλλά… «Φρόντισε τον εαυτό σου! Ψάξε στα σπλάχνα σου!» και σχεδόν υπόκωφα σου ψιθυρίζει:
«δείξε μου πως απολαμβάνεις…!»
«δείξε μου πόσο απολαμβάνεις…!» τον χαμό σου.


1 Έξ. 33.21-23.

Κυριακή 14 Μαΐου 2017

Ο ΠΙΝΟΚΙΟ ΚΑΝΕΙ ΚΑΚΑ ΤΟΥ

Τα παιδιά έχουν καθίσει ήδη σε κύκλο με τα ξύλινα καρεκλάκια τους στριμωγμένα το ένα πλάι στο άλλο. Έχουν σκυλοβαρεθεί από την ανάκριση που τους υποχρεώνουν να περνούν κάθε Δευτέρα πρωί. Πρέπει να λένε με τη σειρά στις δασκάλες τους τι έφαγαν, τι ήπιαν, τι μαγείρεψε η μάνα τους το Σαββατοκύριακο και πού τους πήγαν για διασκέδαση. Όλα θέλουν να κάνουν κακά τους. Σφίγγονται και παίρνουν αφύσικες πόζες. Τα βλέφαρα γέρνουν και τα χασμουρητά ακούγονται ως την πόρτα της αίθουσας καθώς την ανοίγω και εμφανίζομαι μπροστά τους με ένα αινιγματικό χαμόγελο.
Τα προσωπάκια αρχίζουν να κάνουν μορφασμούς και να μου γελούν πονηρά ενώ ταυτόχρονα γνέφουν προς το μέρος μου.
«Γειά σας κυρία Σώτη!...»
Μια στιγμή μετά οι δασκάλες στραβομουτσουνιάζουν. Μου λένε να περιμένω λίγο γιατί η ανάκριση δεν έχει φτάσει στο τέλος της. Το αγοράκι που απέμεινε τελευταίο κοιμάται με τα χέρια σταυρωμένα στο καρεκλάκι του από το βάρος της αδράνειας. Είναι ξανθούλης με λυπημένο ύφος.
«Ξύπνα!» του φωνάζει η μια δασκάλα και του πετάει ένα διπλωμένο χαρτί στο κεφάλι. Τα παιδιά γελούν με το πάθημά του ενώ η μια δασκάλα ανακρίνει την άλλη.
«Εσύ τι έκανες το Σαββατοκύριακο;»
«Τίποτα. Δουλειές, δουλειές…α, ξέχασα, ήπια και ένα καφέ»
«Εσύ;»
«Κι εγώ τα ίδια»
Η πένθιμη παράσταση τελειώνει και ο φαύλος κύκλος της βαρεμάρας ανοίγει για να έρθει το παραμύθι. Παρατήρησα ότι τα μόνα παιχνίδια που ήταν ελεύθερα για πρόσβαση ήταν η κουζίνα και τα μαγειρικά της σκεύη. Τα παιδάκια, αγόρια και κορίτσια, ορμούσαν με μανία πάνω τους και τα αράδιαζαν νωχελικά στο πάτωμα. Τα στοίχιζαν και τα κοιτούσαν. Έδειχναν μελαγχολικά και τους εκνεύριζε να μαγειρεύουν όλη την ώρα. Καμιά κατασκευή, κανένα τουβλάκι, τίποτα… Για λόγους πρόληψης, μην τυχόν και τα εκσφενδόνιζαν στο κεφάλι καμιάς δασκάλας, τα είχαν κρύψει από μπροστά τους. Ο μικρός Βίδας μόλις με βλέπει μου φέρνει ένα δίσκο πλαστικό, μακρόστενο, με ένα φλιτζανάκι του καφέ χωρίς πιατάκι κι ένα μπολάκι με ένα φρούτο στο εσωτερικό του. Το πήρα ευχαριστώντας τον και του έδωσα τα θερμά μου συγχαρητήρια. Βρήκε ένα έξυπνο τρόπο να κάνει την αναπαράστασή του. Αφού του πήραν το κατσαβίδι και την βίδα του, τα εγκληματικά χειρουργικά εργαλεία του εγκεφάλου του, εμφάνισε νέα πειστήρια του εγκλήματος για να μην εξαφανισθούν τα ίχνη του. Όλο το περιεχόμενο του δίσκου που μου έδωσε αντικατοπτρίζει το μενού του νοσοκομείου που του έφερναν στο κρεβατάκι του…!
Βλέπετε πόσο εύστοχα διαχωρίζουν τα παιδιά την ανάγκη από την επιθυμία. Ο Lacan το φοβήθηκε και μετέτρεψε την ανάγκη σε αίτημα και την επιθυμία σε επιθυμία του Άλλου. Σχεδιάζει ένα κύκλο πάνω σε μια σφαίρα (αίτημα-επιθυμία) και βρίσκεται στην τοπολογική επιφάνεια του Τόρου. Ο ένας κύκλος μέσα στον άλλο και η συρρίκνωσή τους σε σημείο μας οδηγεί σένα κόσμο που όσο κι αν τον έχουμε στην παλάμη του χεριού μας δεν τον επιθυμούμε. Τον τσαλακώνουμε, τον κάνουμε Ιερό Σκουπίδι, εξετάζουμε τις τρύπες του και πέφτουμε στην Ιερή Σιωπή μιας σαγηνευτικής βύθισης…
Ο μικρός βίδας σπάει τη σιωπή και μου λέει:
«Εσύ περνάς καλά;»
Του γνέφω καταφατικά χαμογελώντας. Είναι το μόνο ερώτημα που δεν τους έκαναν οι δασκάλες τους.
photo gianpal333

Κυριακή 7 Μαΐου 2017

Ο ΦΑΛΛΟΣ ΤΟΥ ΠΙΝΟΚΙΟ

Τα εγκλήματα αρχίζουν από την προσχολική στάθμευση των παιδιών που προσποιείται την οικογενειακή αγκαλιά. Τα παιδάκια, γίνονται μικροί παιδιάστικοι φαλλοί, αντικείμενα πολλαπλών χρήσεων και παθιασμένης μέριμνας. Αναπαράγωνται στο ίδιο καλούπι και το μέλλον τους είναι σε κάποιο μουσείο κέρινων ομοιωμάτων. Μέσα από αυτά αναγνωρίζεται η «εικόνα» των γονιών και εδώ μπορείτε να δείτε την διαστροφική αντιστροφή των γενεών. Ήδη γερασμένα και εξαντλημένα από την κούραση προσπαθούν να συνδεθούν με ό,τι τους λένε. Το σώμα τους ήδη δεν είναι απλά το σώμα τους. Είναι ένα πράγμα (αντικείμενο) που το μαθαίνουν να συνδέεται, με τα συναισθήματά του, με τα χίλια «πρέπει!» και «δεν πρέπει!» και όλες αυτές οι συνδέσεις (links) το μετατρέπουν σε ένα παράξενο διαδίκτυο με εικονίδια και μήτρες (matrix) αντί για σώμα.
Όλα χρήζουν προστασίας, βαλσαμώματος και πρόληψης υγείας! Μόνο που αυτό το παραμύθι είναι γεμάτο δικέφαλους δράκους που κάνουν τα παιδάκια να παπαγαλίζουν εντολές και να τραυλίζουν μπροστά στην επιθυμία τους. Άλλωστε τα μαθαίνουν από πολύ νωρίς να μην επιθυμούν. Να βλέπουν ό,τι τους δείχνουν και να μην βλέπουν ότι δεν βλέπουν. Τους εθίζουν να τα βγάζουν πέρα στα τυφλά και στα μουγγά. Να κυνηγούν σαν ξύλινες μαριονέτες καταξιωμένους στόχους και μόνο η μύτη τους που εξέχει να δείχνει το ψέμα να πλεονάζει μπροστά στα θολά τους μάτια.
photo gianpal333
Ο μικρός Μωυσής είναι βραδύγλωσσος και με μεγάλη προσπάθεια μου ζητάει να του πω τον Πινόκιο.
Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένας γέρος τσαγκάρης…
«Ο γερο-Τσεπέτος…» συμπληρώνει ο σπασίκλας της τάξης.
Ο γερο-Τσεπέτο, λοιπόν, ήταν πολύ λυπημένος γιατί δεν είχε παιδιά. Μια μέρα, εκεί που καθόταν σκέφτηκε να φτιάξει ένα παιδάκι σκαλίζοντας ένα ξύλο…
«Σωστό!» προσθέτει, με ύφος δασκάλου.
Άρχισε να του κάνει μάτια, μύτη, στόμα…
«Λάθος! Του φέρανε ένα καλό κομμάτι ξύλο και…» πριν προλάβει να ολοκληρώσει πετάγεται ολόρθος ένας μικρός με σοβαρό ύφος και λέει: «Σωστό! Σα λέμε το σωστό λάθος και το λάθος σωστό!» και ξανακάθεται σκεφτικός στη θέση του.
«Όσι! Σα λέμε ,το ωραίο ωραίο και το χάλια χάλια!» η στροφή της κουβέντας προς την αισθητική πλευρά της ασυνείδητης εικόνας των σωμάτων έχει ανοίξει και η ψυχανάλυση προηγείται ένα κεφαλάκι μπροστά.
Μόνο που αφήσαμε το παραμύθι στη μέση και τον γερο-Τσεπέτο να σκαλίζει ακόμη το ξύλο…
«Και η μύτη του Πινόκιο να μεγαλώνει μέχρι εκεί πέρα…» μου δείχνει ο μικρός Μωυσής με μια επισήμανση στο θέμα που καίει παιδιά και ενηλίκους. Το θέμα του φαλλού. Τι είναι αυτή η μύτη που πότε έχει στύση και εκτινάσσεται τόσο μακριά και πότε μαραζώνει σαν αλάλητο πουλάκι;
Τα παιδιά κάθε τόσο έχουν την ανάγκη να πάνε στην τουαλέτα. Η κοριτσίστικη λεκάνη τουαλέτας έχει σπάσει και τα αγόρια που κατευθύνθηκαν δήθεν τυχαία προς τα εκεί το διαπιστώνουν με φωνές τρόμου! Ο δασκάλες ατάραχες πίνουν καφέ και κουτσομπολεύουν. Τώρα την φύλαξη των παιδιών την έχω αναλάβει εγώ. Έτσι νομίζουν. Ότι ερχόμαστε να κάνουμε τις νταντάδες των παιδιών και να ασχοληθούμε με την πρόληψη ατυχημάτων. Χλομιάζουν και μόνο στην ιδέα ότι μπορεί να πάνε φυλακή από έλλειψη προσοχής!
«Θεός φυλάξοι!»
«Κουνήσου από την θέση σου!»
Μέσα στην αναμπουμπούλα των αναγκών ο μικρός Βίδας την έχει πέσει σ'ένα κατσαβίδι πλαστικό και βιδώνει με αυτό με μανία μια βίδα. Για πότε παραμερίστηκε ο καφές και το σάντουιτς και η δασκάλα τον έπιασε στο φτερό ούτε που το κατάλαβε. Βρέθηκε να αιωρείται πάνω από το έδαφος με το κατσαβίδι καλά σφιγμένο στις τρίχρονες χουφτίτσες του. Στην επόμενη συνεδρία δεν υπήρχε πια κατσαβίδι και βίδα. Όσο και να έψαξε ο μικρούλης κάτω από πλαστικά κιβώτια, όσο και αν χώθηκε σε απίστευτες τρύπες στα χαμηλά ράφια και σε μισάνοιχτα ντουλάπια δεν μπόρεσε να ανακαλύψει ούτε ίχνος από το αγαπημένο του παιχνίδι. Πάει η αναπαράσταση περίπατο! Οι κυρίες δασκάλες δεν μπόρεσαν να καταλάβουν ότι ο μικρός Βίδας αναπαριστά με αυτό τον τρόπο την χειρουργική επέμβαση που του έκαναν με κάτι παρόμοια τρυπανοιχτήρια στο χειρουργείο. Τώρα που έχασε την πρόσβαση έστω και σε αυτή την συμβολική εγγραφή με το παιχνίδι του κάθεται ωχρός και λυπημένος στο καρεκλάκι.
«Θα παίξεις μαζί μας;»
«Όχι, τίποτα…» λέει ψιθυριστά.
Κάποια στιγμή στρέφει το βλέμμα του και μου λέει με σοβαρό ύφος,
«Εσύ θα φύγεις;»
«Ναι…»
«Μην βιαστείς…»
«Όχι. δεν θα βιαστώ!…»
Μου χαμογελάει και μου δίνει ένα φιλί στο μάγουλο. Ευτυχώς που με προειδοποίησε να μην βιαστώ από τους βιαστές του παιχνιδιού του όπως την έπαθε κι αυτός.

Δευτέρα 1 Μαΐου 2017

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΔΟΥΛΕΙΑΣ



Σε βιάζουν και βιάζεσαι. Σε βιάζουν και βιάζεσαι και από μόνος σου για να ξεχρεώσεις τα ηθικά σου χρέη ως προς τον βιασμό σου. Κάπως έτσι παγιδεύεσαι στη χώρα της προσποίησης και των ομοιωμάτων του εαυτού σου. Μια από τις επιπτώσεις της προσομοίωσης δουλείας είναι και η αϋπνία. Όλη μέρα ξεσκίζεσαι στη δουλειά και τα βράδια δεν μπορείς να αφεθείς στον ύπνο γιατί δεν υπάρχεις. Πρέπει να τσιμπιέσαι συνεχώς και να είσαι σε εγρήγορση για κάθε ενδεχόμενο. Σου σκηνοθετούν σενάρια ζωής και εργασίας κι εσύ τα παίζεις και μετά «τα παίζεις» κανονικά…
«Όταν δεν σε γαμάω, γαμάω εμένα στην δουλειά!»
Χάνεις  χρόνο και  παίρνεις  βάρος! Το  «χάνω χρόνο»  ισοδυναμεί  με  το  «παίρνω βάρος». Η  μέση  σου  πονάει  από τα  αθέατα βάρη  που    κουβαλάς  σκυφτός και προέρχονται από την κάθετη κατάρρευση   προς  την γη  που σε απορροφάει.  Αντί να αναδυθείς σαν   υποκείμενο με μια στύση του λόγου σου,   πέφτεις μεμιάς σαν δίδυμος πύργος   από κάποιο αυτοάνοσο.   Όταν δεν πέφτεις  κατακόρυφα, πέφτεις μπρούμητα ή μπουσουλάς «στα τέσσερα» σαν μωρό.   Μερικές μέρες για να ξεσκάσεις  μπαίνεις σένα εμπορικό   κέντρο και παίρνεις μάτι τις βιτρίνες.   Υπερμεγέθη πλαστικά     στεφάνια κρέμονται από την   οροφή και   αντί να σου μυρίζει    νεκροταφείο ζωντανών,   πανηγυρίζεις   για τον   ερχομό του Μάη.     Βγαίνεις στο δρόμο με    ένα χαμόγελο που δεν απευθύνεις    σε κανένα και παίρνεις    τα μέσα μαζικής μεταφοράς προς   άγνωστη κατεύθυνση.   Όταν ανοίγει    απότομα η   πόρτα του    λεωφορείου και     βλέπεις    τους επιβάτες να    είναι «ο ένας πάνω        στον άλλο»      ξαφνικά λιποθυμάς!
Γκαντεμιά…
photo gianpal333
Αυτή η σκηνή της ομαδικής συνουσίας, στα μέσα συγκοινωνίας, σου θολώνει το βλέμμα και μια μαύρη δίνη σε ρουφάει προς το πάτωμα. Στρέφεις το βλέμμα προς τη φύση και βλέπεις μόνο μπάλες από πλαστικό γρασίδι και πλαστικό καστανόχωμα. Μια ανεξήγητη δυσφορία σε κάνει «ένα» με την γη. Χάνεις τις αισθήσεις σου (αφάνιση-εξαφάνιση) και προσομοιώνεις ένα οργασμό με εσωτερικούς άηχους σπασμούς στα πόδια των επιβατών.
«Απολαμβάνω τον χαμό μου…» θα έλεγες αν είχες ακόμη τις αισθήσεις σου.