Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 23 Απριλίου 2017

ΤΟ ΣΤΟΜΑ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ

«Δεν μπορώ μόνη μου/μόνος μου…»

Αν ο γκόμενος, δεν καλέσει μια μέρα ανοίγει χρονικό χάσμα απροσπέλαστο. Ένα αδηφάγο μωρό πεινάει για αγάπη. Ένα κενό χρόνου κάνει λούπα. Κλωθογυρίζεις αέναα γύρω του. Μια μηχανιστική επανάληψη από το ίδιο στο ίδιο πενθεί τον χαμό του ενώ τον έχεις ακόμη ανάμεσα στα σκέλια σου. Σου λείπει το μπιμπερό σου (γλωσσόφιλα), η αγκαλιά του (γλυκόλογα), το χέρι που χουφτώνει (ομφάλιος λώρος) και μια γκρίνια ζαρώνει το σώμα που μαραζώνει στο Οιδιπόδειο και παλινδρομεί ολοταχώς προς την μήτρα και τα γνώριμα υγρά της. Δεν βλέπεις ορίζοντα γιατί πέφτεις στην παθητική αδράνεια του «να αγαπιέμαι...». Δεν «πέφτεις» στην αγάπη. Στέκεσαι ολόρθη, φαλλική και μαρμάρινη και πασχίζεις να αγαπηθείς και να λατρευτείς με τελετουργικό πάθος.

«Είσαι αυτό που δεν είσαι ακόμη…»

Ο πόνος έχει γίνει μια φαλλική σεξουαλική απόλαυση για δυο τουλάχιστον. Βουλιάζεις στα μορφώματα του ασυνειδήτου και κλαίγεσαι με το παραμικρό. Νιώθεις την ανεπάρκεια της ύπαρξής σου σαν στέρηση και απελπίζεσαι. Επιθυμείς να επιθυμήσεις κάτι αλλά τίποτα… Η επιθυμία της επιθυμίας γίνεται βραχνάς και σε κάνει να νοσταλγείς «τρύπες» και «φαλλούς» και να μελαγχολείς για το μη χείρον βέλτιστο. Φοβάσαι να επιθυμήσεις το άγνωστο που θα έρθει αναπάντεχα από «πίσω» σου, από την πίσω όψη της καρδιάς σου…και αγωνιάς…

Ο Lacan σφάλλει όταν νομίζει ότι η αγωνία προκαλείται από αυτό που έρχεται κατάματα πάνω σου. Όταν ένα πρόσωπο ή το ίδιο το Πράγμα έρχεται τόσο κοντά σου δεν αγωνιάς. Δεν προλαβαίνεις ούτε καν να αγχωθείς. Τα χαρακτηριστικά του διαλύονται μέσα στα δικά σου σε μια σύγχυση που φέρνει στην επιφάνεια το τυφλό σημείο και μια θολούρα ομίχλης. Η ασυνείδητη εικόνα σου μπερδεύεται με το σωματικό σου σχήμα και σε συνθλίβει μια σμίκρυνση σε διαστάσεις σημείου. Μπορείς να γίνεις ένα δάκρυ και να πνιγείς στα ρηχά. Μπορεί να πάλλεσαι στις φωνητικές χορδές σαν μακρόσυρτο κλάμα ή να καίγεσαι σένα πυρακτωμένο μάτι χωρίς βλέμμα. Όλα αυτά από έρωτα σένα πεινασμένο στόμα/στόμιο, που χάσκει μονίμως ανοιχτό. Η ανάγκη σε κάνει πουτάνα. Η ανάγκη της κοπέλας να φάει τον εραστή της, της δίνει σουβλιές στο στομάχι αλλά αυτή το σφίγγει με μια ζώνη αγνότητας και κάνει μέση δαχτυλίδι. Τα δόντια της δεν μασάνε. Τα ούλα καταρρέουν και όπου να’ναι θα πέσουν κι αυτά. Σε λίγο θα είναι και φαφούτα όπως η γιαγιά της. Η μητρική γιαγιά τσιμπούσε τις ρώγες των κοριτσιών και τις έστριβε μέχρι να ουρλιάξουν από πόνο. Τόσο άχτι τις είχε. Ήθελε οι εγγονές της να φτιάξουν μαστάρια αγελάδας για να παράγουν γάλα για τα παιδιά τους. Βίαζε το παιδικό τους στήθος κι εκείνο από τον φόβο της διείσδυσης που είχε ήδη υποστεί γινόταν σανίδα και πλάκα. Μια λεία επιφάνεια χωρίς τίποτα για να τσιμπήσεις.

Κανένα φαλλικό, μητρικό ή πατρικό υποκατάστατο δεν μπορεί να ικανοποιήσει την επιθυμία να είσαι «Εσύ αυτός που Είσαι…!» και να μην πεθαίνεις από την πείνα. Στο σημείο αυτό θα διαφωνήσω και με την Dolto. Για να βγούμε από το αδιέξοδο δεν αρκεί να μετουσιώσουμε τις ενορμήσεις και να πούμε στα παιδάκια ότι όταν μεγαλώσουν θα βρουν άλλους ενήλικες για να τους παντρευτούνε και να κάνουνε μαζί τους παιδιά. Το μόνο που συμβαίνει όταν θεραπεύονται μετά από αυτή την αναλυτική εκφορά είναι ότι απωθείται το «πτώμα» του συμ-πτώματος και μεταλλάσσεται σαν transformer σε άλλη τοπολογία του σώματος στοιχειώνοντας σωματικό σχήμα και ασυνείδητη εικόνα σώματος. Όταν τους βάζεις μια αναπαράσταση μελλοντικής «αιμομικτικής» οικογένειας με άλλους πρωταγωνιστές και κομπάρσους δεν επιλύεται το Οιδιπόδειο, ούτε μπαίνεις στον συμβολικό ευνουχισμό, απλώς απωθείται και αναδιπλασιάζεται εμπεριέχοντας και την παλιά σου «αιμομικτική» οικογένεια. Τα συμ-πτώματα των παιδιών εξαφανίζονται στην παιδική ηλικία για να επανεμφανιστούν δριμύτερα αργότερα… Μεταθέτεις τον παρθενικό υμένα για μια γενιά μετά. Ταπώνεις τα στόμια και τις ερωτογενείς σου ζώνες και σε ζώνουν τα φίδια του πόνου. Κάθε ομφάλιο αντικείμενο θα είναι η αντανάκλαση του πορτραίτου σου στον κατοπτρικό σου καθρέφτη. Δεν θα την βγάλεις καθαρή με μπιμπερό, ή τον αντίχειρα στο στόμα και τρέχοντας προς την μήτρα, ούτε με την μετουσίωση που θα σε βγάλει σένα Υπερυψωμένο Οιδιπόδειο.
photo gianpal333
Θα ξαναπεράσεις ιχνηλατώντας τα ίδια ίχνη αν θέλεις να εκβάλλεις στην Γη της Επαγγελίας που ρέει μέλι και γάλα, δηλαδή επιθυμητική ροή, χωρίς να γραπώνεσαι από την ρώγα της μαμάς σου ή να προσμένεις μια ζωή τον φαλλό του μπαμπά σου.

Σάββατο 15 Απριλίου 2017

Ο Zizek στην χώρα του simulacrum (3)




                   ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ "Τρώω με τα μάτια"

 Στην Εδέμ δεν υπήρξε μια ευδαιμονική συμμετρία όλων από την οποία προέκυψε μια ασυμμετρία με το συμβάν της Πτώσης. Ο Zizek σχολιάζει: "Doesn’t the Bible say exactly the same thing? The serpent promises Adam and Eve that, by eating the fruit of the tree of Knowledge, they will become like God; and after the two do it, God says: "Behold, Adam has become like one of us" (Genesis 3:22). Hegel’s comment is: "So the serpent did not lie, for God confirms what it said"[1]. Πράγματι το φίδι δεν ψεύδεται; Δεν υπάρχει η μακαριότητα της μη-έλλειψης στον αμαρτωλό Κήπο της Εδεμικής υπεραπόλαυσης από την οποία πέφτουν οι πρωτόπλαστοι. Το δέλεαρ δεν είναι μια φαντασίωση σε σχήμα φαλλικού φιδιού. Το φίδι αποκομμένο από το σώμα του Αδάμ είναι το πρώτο ιπτάμενο όργανο χωρίς σώμα που παραληρεί από μόνο του. Αυτή η παραληρηματική ομιλία του επιφέρει την πραγματική επιταγή του παράδοξου Υπερεγώ-φιδιού όπως σωστά διατυπώνει ο Zizek για το Υπερεγώ: «Κάνε το, απόλαυσε! Θέλω να κάνεις ακριβώς αυτό που σου απαγορεύω να κάνεις!». Είσαι ένοχος όταν παραβιάζεις την απαγόρευση αλλά είσαι ακόμη πιο ένοχος όταν υπακούς σε αυτή. "The Freudian paradox “the more you are innocent, the more you are guilty”, holds for them: the more they are innocent of the actual crime, the more they are guilty for enjoying its fruits without paying the price for them. Superego-pressure enters here, capitalizing on this guilt in a very specific way: the superego-pressure does not squash the subject’s individuality, its effect is not to immerse the subject into a crowd where his or her individuality is dissolved; on the contrary, the superego-pressure individualizes the subject"[2] 

 Στην λακανική ψυχανάλυση η θυσία είναι εγκληματική. Καλύπτει φαινομενικά το κενό του Άλλου. Είναι η απόκριση στο αισχρό υπερεγωτικό κάλεσμα για απόλαυση και δεν έχει θετική αξία χρήσης και ανταλλαγής. Η πίεση για εξατομίκευση του υποκειμένου είναι πίεση για θυσία στο βωμό ενός παγανιστικού Θεού σε σχήμα φιδιού. Θυσιάζεται για να υπάρξει ο ανυπόστατος και ασύστατος Άλλος. Συγχρόνως θα πρέπει η θυσία του να αποφέρει το κέρδος μιας υπεραπόλαυσης του Άλλου η οποία θα αντιστραφεί σε ενοχή και χρέος του υποκειμένου που δεν θα αποπληρωθεί ποτέ. Η οπτική γωνία θέασης του κόσμου γίνεται αγωνία για το τίποτα. Η όραση θολώνει από ένα τυφλό σημείο που αγνοεί. Η επόμενη κίνηση είναι ένα μοιραίο δίλημμα: «Να υπερβεί την απαγόρευση ή να απαγορεύσει την απαγόρευση;» Ό,τι και να επιλέξει ο Αδάμ-άνθρωπος θα πέσει στην έλλειψη της έλλειψης. Στο αδηφάγο κάλεσμα «ως Θεοί».

Η Πτώση συνέβη πρώτα στο οπτικό πεδίο της Εύας. Είναι μια πτώση στο ίδιο το βλέμμα της που ατενίζει το αισθησιακά ωραίο στην όψη του καρπού της ολικής γνώσης. Πέφτει από τα ίδια της τα μάτια στην θέα του αντικειμένου της ολότητας και ακολουθεί το στοματικό πεδίο. Η πρωταρχική σαγηνευτική σκηνή εμπεριέχει το «τρώω με τα μάτια» και επακολουθεί το «τρώω με το στόμα». Αν τώρα η Εύα γίνει το ίδιο το αντικείμενο της απόλαυσής της, δηλαδή ο καρπός του δένδρου της γνώσης του καλού και του κακού, τότε θα χρειαστεί επειγόντως την ενσάρκωση μιας διαχωριστικής μπάρας για να εμποδίσει το σημαίνον να γίνει ταυτόσημο με τον εαυτό του. Σε αυτό το σημείο δικαιώνεται ο Zizek όταν λέει ότι: "This is what Lacan means when he says that "Woman doesn’t exist: Woman qua object is nothing but the materialization of a certain bar in the symbolic universe-witness Don Giovanni"[3]. Το αντικείμενο που «δεν υπάρχει» δεν εξαφανίζεται από το οπτικό μας πεδίο. Το στοιχειώνει και προσλαμβάνει απίστευτες διαστάσεις στον χωροχρόνο μας. Είναι παντού και πουθενά. Θα ήταν προτιμότερο να παραδεχτούμε ότι αν «η Γυναίκα δεν υπάρχει» τότε απλώς είναι παντού! Η παράδοση, άνευ όρων  της Εύας γίνεται άμεσα στη σαγήνη μιας φράσης του ομιλ-όντος φιδιού: «Δεν θα πεθάνετε…». Στην μυστηριώδη αυτή φράση συνυπάρχει το απέθαντο της θεϊκής ολότητας με την αντανάκλαση μιας ολικής θετικότητας στο διηνεκές. Αυτή είναι η παγίδα που αγκιστρώνει το βλέμμα της και όχι η δήθεν αλήθεια των λόγων του φιδιού. Άλλωστε το «ως Θεοί» δεν επαληθεύεται. Αφού τρώνε τον καρπό της ολικής γνώσης (ενός καλόκακου πλήρως νοήματος) τα μάτια τους ανοίγουν από μόνα τους στην έλλειψή τους. Μια έλλειψη που κάνει την ανεπάρκεια της ύπαρξης να φαντάζει σαν απελπιστική στέρηση. Οι πρωτόπλαστοι κρύβονται στα φυλλώματα του δέντρου και γίνονται οι ίδιοι το δένδρο στο οποίο κρύβονται. Το σώμα τους γίνεται ο κορμός του και το φύλο τους μπερδεύεται με τα φύλλα του δένδρου. Αυτή η αδιαφοροποίητη περιβολή αντί να τους επενδύει με νέα λεκτικά περιβλήματα τους απογυμνώνει κι άλλο. Είναι «γυμνοί» όπως το φίδι. Το μη-υπαρκτό (το φίδι που μιλάει) γίνεται το μόνο υπαρκτό. Πέφτουν στο σφάλμα και συγχέονται στον τόπο του σφάλματος. Έγιναν ο καρπός που έφαγαν και ομοιώματα του φιδιού που τους προέτρεψε να φάνε. Η φαντασιακή ταύτιση εκδιπλώνεται σε όλο της το μεγαλείο στον κήπο της Εδέμ. (Εδέμ: σημαίνει απόλαυση).
photo gianpal333
  Το Πνεύμα τι ρόλο διαδραματίζει σε αυτήν  την Πτώση; Ο Zizek αναφέρει: "What is “Spirit” at its most elementary? The “wound” of nature: the spirit of human subjectivity is the power of differentiating, of “abstracting”, of tearing apart and treating as free-standing what in reality is part of an organic unity. Spirit is nothing but the process of the elaboration (“mediation”) of this immediacy, of withdrawing-into-itself or “taking off” from it, of alienating itself from it. Spirit’s return-to-itself creates the very dimension to which it returns"[4].Το Πνεύμα δεν είναι τραυματική πληγή αλλά πνοή ζωής. Αυτή είναι η απειροελάχιστη ζώσα διαφορά για να μην απομείνει το Πνεύμα χωρίς την πνοή του σε ένα ασφυκτικό κλοιό που διαιωνίζει τους κύκλους του τραύματος ως κύκλους του αιτήματος.

Οι κύκλοι του αιτήματος δεν βγάζουν στην επιθυμητική ροή. Απλά γίνονται ουρλιαχτά για «όρια!» και εγκλήματα των δήθεν ειδικών περί ψυχής. Ο πήχης όλο και ανεβαίνει όσο κι αν τον πηδάτε και η επιθυμία ψυχορραγεί ανάμεσα στα σκέλια σας…

Έραναν τον τάφο…

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ,http://psychiama.blogspot.gr/2017/04/zizek-simulacrum-2_9.html,
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ,http://psychiama.blogspot.gr/2017/04/zizek-simulacrum-1.html 



[1] Ibid., p.47.

[2] Slavoj Zizek, Trouble in Paradise, From the end of history to the end of capitalism (London: Penguin Books,2014), p.86.

[3] Slavoj Zizek, For They Know Not What They Do; Enjoyment as a Political Factor, 2nd edn (New York: Verso, 2002), p.112.


[4] Slavoj Zizek, Event, Philosophy in Transit (London: Penguin books, 2014) p.46. 


Κυριακή 9 Απριλίου 2017

Ο Zizek στην χώρα του simulacrum (2)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ           

Η προτεσταντική θρησκεία δεν είναι ο εγγυητής του χάσματος και της ασυμμετρίας ανάμεσα στο Θεό και στον άνθρωπο. Δεν πρόκειται για καμιά «απομάγευση» του κόσμου η οποία μας αποκαλύπτει την ψυχρή υλική πραγματικότητα του Πραγματικού. Πρόκειται για ένα ψευδοχάσμα που καλύπτεται με ίχνη διαστροφικής απόλαυσης καθώς μας επαναφέρει διαρκώς στην μήτρα της Αιγύπτου χωρίς δυνατότητα εξόδου προς την Γη της Επαγγελίας η οποία συγχρόνως είναι η έρημος του Πραγματικού. Η μη διαμεσολάβηση ανάμεσα στον Θεό και στον άνθρωπο δεν μας απαλλάσσει από ένα κουραστικό εκκλησιαστικό οικοδόμημα που δρα σε αρμονική ιεραρχία με μια θεία παντοδυναμία αλλά μας καλύπτει το παράδοξο μυστήριο της Ενσάρκωσης του Λόγου του Θεού. Ο Zizek αποφαίνεται:"…at the moment of Christ’s death, the earth shook, there was a thunderstorm, signaling that the world was falling apart, that something terrifyingly wrong was taking place which threw the very ontological edifice of reality off the rails. In Hegelese, Milbank’s vision remains that of a substantial immediate harmony of Being; there is no place in it for the outburst of radical negativity, for the full impact of the shattering news that "God is dead"1. Ο θάνατος του Θεού αντηχεί στην σκέψη του Zizek ως η εγκατάλειψη του Θεού από τον ίδιο τον Θεό. Ένας θάνατος χωρίς ανάσταση. Το θνητό σώμα του Χριστού είναι ένα δοχείο πρόσληψης της θεότητας που πεθαίνει αφήνοντας ένα υπόλοιπο παρουσίας στην κοινότητα των πιστών ως Άγιο Πνεύμα2. Ο Χριστός ανασταίνεται ως Άγιο Πνεύμα και όλο το σκηνικό φαντάζει ως ένα υπολειμματικό πλεόνασμα απενσαρκωμένης αγάπης μεταξύ των πιστών ή ως ισοδύναμο της ίδιας τους της κοινότητας. Αυτή η αναπαράσταση θα ταίριαζε περισσότερο με μετενσάρκωση παρά με ανάσταση. Ο συμβολικός Πατέρας γίνεται ένα νεκρό βιβλικό γράμμα. Αν ανυψωθεί σε ένα Ιδεώδες Εγώ τότε εισερχόμαστε απευθείας στο πεδίο του Φαντασιακού Πατέρα τον οποίο καταναλώνει ως Τοτέμ η φαντασιακή κοινότητα των πιστών. Μια άλλη αναπαράστασή του είναι εκείνη της επουράνιας Τριάδας η οποία είναι αποκομμένη από το ανθρώπινο και καθρεφτίζεται σε μια γήινη Τριάδα που ενεργεί για τους ανθρώπους3. Προφανώς και σε αυτήν την διπλοτυπία τα κάτοπτρα πολλαπλασιάζονται και διαιωνίζονται διαθλάσεις, αντανακλάσεις και θραύσματα μιας ανακύκλωσης από το ίδιο στο ίδιο μιας δυσδιάστατης αναπαράστασης χωρίς έξοδο. Βρισκόμαστε διαρκώς ακινητοποιημένοι στον τόπο της αδύνατης απόλαυσης, της αδύνατης ανταλλαγής και των εκάστοτε media που δρουν ως vanishing mediator. Το σημαίνον «Θεός» είναι πάντα ήδη παρελθόν που προβάλλεται στο μέλλον ως διπλή ανάκλαση. Ο Άλλος δεν είναι η ριζική Ετερότητα, ο ριζικά Άλλος. Το παρελθόν καθρεφτίζεται στο μέλλον για να καθρεφτιστεί πίσω στο παρόν ως αναδιπλασιασμός της αντανάκλασής του. Σε αυτό το σημείο χρειάζεται να αναρωτηθούμε, και εμείς και ο Zizek, για την ηθική της επιθυμίας μας σε σχέση με την ηθική της πράξης του λόγου μας όταν μιλάμε για τον Χριστιανισμό. Δεν μπορούμε να την εντοπίσουμε σε ένα οντολογικό χάσμα, σε μια ρωγμή, στο κέντρο της ύπαρξης από την οποία αναδύεται μια αυθεντική πράξη του λόγου αλλά ούτε και σε μια αυτοαναφορικότητα κυκλικού τύπου του Άλλου της απόλαυσης. Ο Lacan αναφέρει ότι: «το μόνο πράγμα για το οποίο μπορεί να είναι κανείς ένοχος, είναι το να έχει υπαναχωρήσει σε σχέση με την επιθυμία του»4. Η αέναη όμως ακολουθία μιας επιθυμίας της επιθυμίας μπορεί να εκβάλλει σε μια σύγχυση Φαντασιακού-Συμβολικού χωρίς Πραγματικό. Ο χρόνος μπορεί να καθηλωθεί σε μια διαπαθητικότητα χωρίς διάρκεια και τα στοιχεία που τον απαρτίζουν να γίνουν ολόιδια μεταξύ τους. Ακόμη κι αν το αίτημα του υποκειμένου διατρέχει έναν «πλήρη» κύκλο και η επιθυμία του ένα «κενό» κύκλο, ο οποίος αναπαριστά την μετωνυμική διαδρομή της επιθυμίας που το υποκείμενο διανύει σύμφωνα με μια ασυνείδητη επιλογή διαγράφοντας τους γύρους του αιτήματός του, δεν μπορούμε να διαφύγουμε από την ανεστραμμένη κυκλικότητα των σημαινόντων.

Το θέμα δεν είναι ποιος κύκλος φαντάζει καλύτερος για να τον επιλέξουμε με τα μάτια ερμητικά κλειστά αλλά η ριζική διαφορά ανάμεσα σε κύκλο και σταυρικό σχήμα (συμβολικός ευνουχισμός). Ο τραυματικός χαρακτήρας της Ενσάρκωσης του Λόγου δεν είναι της τάξεως του ριζικού ανταγωνισμού εντός Του αλλά ούτε και της σύμπτωσης πεπερασμένου και απείρου σε μια αρμονική Θεία Ολότητα. Η διαίρεση (Θεάνθρωπος) μέσα στο ίδιο το σημαίνον Θεός είναι ένα συμβάν μέσα στο αδιαίρετο της Αγίας Τριάδας. Ο Θεάνθρωπος διαιρείται χωρίς να χάνει την θεότητά του ή να εκφέρει απλώς άλλο ένα υστερικό παράπονο εγκατάλειψης προς τον Θεό Πατέρα      
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

1 Slavoj Zizek and John Milbank, The Monstrosity of Christ
, Paradox or Dialectic? (London: Edited by Creston Davis, 2009), p.249.


2 Ibid., p.253.


3 Ibid., p.253.



4 J.Lacan, Le Seminaire.Livre VII. L’ethique de la psychanalyse (Paris: Seuil, 1986), p.370.

photo gianpal333


Κυριακή 2 Απριλίου 2017

Ο ZiZek στη χώρα του simulacrum (1)


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Πως μπορεί να διαφύγει ακόμη και ο ZiZek, η πιο σημαντική μορφή της λακανικής ψυχανάλυσης μετά τον Lacan, από την πιο παλιά παγίδα της Προτεσταντικής Ηθικής που σαγηνεύει με τα δίχτυα του δυϊσμού; Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Μπρος το «Όλο» του Lacan και πίσω το «μη-Όλο» που μεταφράζεται ως «Τίποτα» μια που λείπει η διαμεσολάβηση του ενσαρκωμένου Λόγου που θα έκανε μια ριζική διαφορά στην τοπολογία του Φαντασιακού-Συμβολικού-Πραγματικού.
Ο ZiZek ισχυρίζεται ότι: «το Άγιο Πνεύμα είναι η κοινότητα των πιστών» και «ο αθεϊστικός Χριστιανισμός είναι ο αληθινός Χριστιανισμός». Το Πνεύμα δεν είναι η νεοπλατωνική Ιδέα. Αν δεν ενσαρκωθεί στον λόγο του υποκειμένου δεν θα υπάρχει ούτε καν στην μνημονική εικόνα του σώματός του. Κάπου ανάμεσα στην χεγκελιανή οπτική και στην λακανική ψυχανάλυση χάνεται το παράδοξο της Ενσάρκωσης. Το σώμα του Λόγου αποσυνδέεται σε απενσαρκωμένα ιπτάμενα όργανα χωρίς διαμεσολάβηση ή γίνεται το σύγχρονο discourse των ανθρωπόμορφων αντικειμένων. Αν υποθέσουμε ότι υπάρχει το ''vanishing mediator'' του ZiZek, είναι πράγματι η φροϋδική ενόρμηση θανάτου; Επιπλέον το «'Ένα» και «η πολλαπλότητα του Ενός» της νεοπλατωνικής Ιδέας συναντιούνται στη χώρα του simulacrum με την αινιγματική λακανική φράση: «Η Γυναίκα δεν υπάρχει» και με την κρυψώνα του λακανικού αντικειμένου μικρού α (objet a), ως αντικείμενο της ενόρμησης και ως αντικείμενο-αίτιο της επιθυμίας, στην κούφια κοιλιά ενός αρχαιοελληνικού αγάλματος.
Σε αυτές τις υπόγειες διαδρομές θα ανιχνεύσουμε τον τόπο του σφάλματος στην κατά τα άλλα εύστοχη τρισδιάστατη οπτική του βλέμματος του ZiZek.


Ο Zizek ισχυρίζεται: "God"(the divine) is a name for that which in man is not human, for the inhuman core that sustains being-human"1. Αν είναι αυτό το « Όνομα του Θεού», δηλαδή το τερατώδες, απάνθρωπο ή μη-ανθρώπινο μέσα στον ίδιο τον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης τότε προφανώς δεν αναφερόμαστε σε κανένα Θεό. Αυτή η αναφορά μας παραπέμπει στα λακανικά «Ονόματα-του-Πατρός», στον πατροδιαστροφικό Πατέρα της απόλαυσης, στον μεγάλο Άλλο μέσα στον μεγάλο Άλλο, στον Άλλο του Άλλου, στον Πραγματικό Άλλο, σε μια μεταγλώσσα μεταφυσικής πνευματικότητας και τελικά στο ίδιο το Πράγμα (das ding). Επιπλέον ο Υπερεγωτικός νόμος που επιβάλλει την διαστροφική απόλαυση μπορεί να είναι ο πιο τραυματικός αλλά δεν είναι ο νόμος του Λόγου (Θεός). Είναι εσφαλμένη η αντίληψη του Θεού του χριστιανισμού ως εκείνου ο οποίος διαιρείται εντός του σε ένα Θεό της αγάπης, πράο και γαλήνιο και σε ένα Θεό εξοργισμένο που ενσαρκώνει το Υπερεγώ2. Η σύνθεση των αντιθέτων σε μια θεϊκή ενότητα Πράγματος, που εμπεριέχει τις αντιφάσεις του, ενσαρκώνει μόνο τον τρόμο ενός παγανιστικού Θεού ο οποίος σπέρνει τον πανικό.
Αν επεκτείνουμε την διαίρεση εντός του σημαίνοντος «Θεός» σε καλό και κακό Θεό, τότε η σύνθεση των αντιθέτων που θα προκύψει θα μας φέρει αντιμέτωπους με τον «καλόκακο» καρπό της ολικής γνώσης στον κήπο της Εδέμ. Δεν υπάρχει ανταλλαγή ανάμεσα στην εργασία (κήπος της Εδέμ) και στο Κεφάλαιο (Θεός). Στην σύγχρονη καπιταλιστική Εδέμ ο άνθρωπος (Αδάμ) πουλάει το ίδιο του το δέρμα (το λεκτικό του περίβλημα) στην αγορά των αντικειμένων που ο ίδιος ονόμασε με διαφημιστικές ετικέτες. Όταν ο Θεός τραπεζίτης δίνει πίστωση ζωής στον εκλεκτό του δεν αναμένει ότι θα την εξοφλήσει με την δωρεά της Θείας Χάριτος. Ένα τέτοιο ηθικό χρέος στο «να σωθεί» είναι μέσο ελέγχου και κυριαρχίας. Ο Θεός δεν θα είναι πια Θεός αλλά ένα μερικό αντικείμενο της ενόρμησης υπερυψωμένο σε ανέγγιχτα ύψη και ταυτόχρονα ένα εργαλείο απόλαυσης. Ένα καθαρό ομοίωμα, το οποίο επαναλαμβάνει την αντίθεση νόμου και παράβασης του Νόμου μέσα στον ίδιο τον Νόμο που εικονίζει τον Ίδιο, δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να ανακυκλώνει μια επιπλέον παράδοξη σύγχυση του συμβάντος με το μέσον. Το επακόλουθο συμπέρασμα μιας τέτοιας διαλεκτικής δεν είναι: «θέση-αντίθεση-σύνθεση» αλλά «θέση-αντίθεση-σύγχυση» γιατί στην Εδέμ η σχέση των τριών «άντρας-γυναίκα-καρπός» οδηγεί την Εύα να αποδώσει τον καρπό στον Αδάμ με μονοσήμαντα παραγγέλματα και όχι να άρει μια αντίθεση. Η απάρνηση της ίδιας της υποκειμενικής σχέσης και η μετατόπισή της στο παρανοϊκό πεδίο της ολικής γνώσης του καρπού είναι ένα έγκλημα που γίνεται για κάποιον Άλλο.
Απορροφώντας ακόμη και την άρνηση («Δεν θα φας τον Άλλο», ως ο νόμος του Λόγου στον κήπο της Εδέμ) ο χειραγωγούμενος σκλάβος, ο κλωνοποιημένος κατ’εικόνα του master του, ενσωματώνει τον master του, εμπεριέχοντας το αντικείμενο-Θεός, ενώ τον απαρνείται. Το Όνομα του Θεού αποκτά κατά αυτόν τον τρόπο μια φαλλική αξία που καταναλώνεται εντός του ίδιου του πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης. Η αντιθετική λογική μιας διαλεκτικής του ανθρώπινου και μη-ανθρώπινου, που στηρίζει το ανθρώπινο, μας ανοίγει διάπλατα τις πύλες της απάρνησης του Θεανθρώπινου. Καθώς ο άνθρωπος δεν μπορεί να μεταβολίσει το μη-ανθρώπινο αντικείμενο εντός του, καταβροχθίζεται από αυτή την ενσωματούμενη Ετερότητα στον σκληρό πυρήνα της ύπαρξής του και γίνεται συνεργός και συνένοχος του θανάτου του Θεού. Ο νεκρός Θεός δεν υπόκειται στον συμβολικό ευνουχισμό. Μπορεί κάλλιστα να ίπταται σαν φασματική παρουσία και να στοιχειώνει τον χωροχρόνο μας. Αφού ο Θεός αποδιαφοροποιείται εντός του ανθρώπου, επακολουθεί ο διαμελισμός του ανθρώπου σε οπτικά signs και simulacra. Η οπτική του αντίληψη της πραγματικότητας γίνεται τρόμος και φόβος της απογύμνωσής του. Δεν έχει πια λεκτικό περίβλημα για να προστατευτεί από τον Θεό-Υπερεγώ που απαιτεί θυσίες καιόμενης σάρκας ως θυμίαμα ενώπιον Του. Τρώει λοιπόν την άρνηση (δεν θα φας τον Άλλο) μαζί με τη διαφορά του (Εγώ δεν είμαι Εσύ) και περνάει από την «ηθελημένη» σκλαβιά στην αθέλητη συνενοχή…
1 Slavoj Zizek and John Milbank , The Monstrosity of Christ (London: Edited by Creston Davis,2009) p.240.

2 Slavoj Zizek, For they know not what they do, Enjoyment as a political factor (Verso: London, 2002) p.30.
photo gianpal333