φωτο gianpal333 |
Αντί για
στόμια και ερωτογενείς ζώνες συρρικνώνεσαι σε ένα αδηφάγο στόμα. Πόσα
σημαίνοντα ή υπερεγωτικές εντολές σου λένε να τρως κάθε μέρα για να συμβάλεις
κι εσύ στην κατασκευή του Υπερ-βολικού Νάρκισσου; Τα τρως όλα αυτά. Τρως και
τις σάρκες σου. Έχεις μασήσει για τα καλά αλλά δεν αφοδεύεις! Έχεις μια
αναθεματισμένη δυσκοιλιότητα. Προσπαθείς να μην το σκέφτεσαι και για να ανταποκριθείς
στα νούμερα, ως νούμερο, ακολουθείς συμβουλές και διαγράμματα. Σου λένε να
αυτοαξιολογείσαι κάθε μέρα γιατί: α) Πρώτα πρέπει να εξουδετερώσεις μια ποσότητα
λίμπιντο και να την κάνεις ουδέτερη. Ούτε φύλο. Ούτε σεξ. β) να κρατάς τον κόπο σου, ως σκατό, για τον εαυτό σου. Να τον
συσσωρεύεις. Αν πεινάσεις μπορείς να τον κάνεις και παξιμάδι. γ) να μετράς τις επιδόσεις σου στα
γυμναστήρια για να βλέπεις πόσο «μεγάλη την έχεις κάθε φορά» την μυϊκή σου
μάζα. Τα κάνεις όλα αυτά και ζεις σαν παράσιτο σώμα στο σώμα του Άλλου.
Σφίγγεσαι. Ανασηκώνεις τα φρύδια σου από την προσπάθεια αλλά τίποτα. Τσάμπα
κόπος. Δεν μπορείς να αφοδεύσεις!
«Τα θέλει ο
κώλος σου!» σου λένε κουνώντας με ύφος το κεφάλι.
Έτσι σε
φυλακίζουν σε ένα κοίλο καθρέπτη που αντανακλά όψεις στοματικότητας και
πρωκτικότητας. Πως φτάσαμε όμως από το «στόμα» στον «πρωκτό»; Ο Freud θα μας έλεγε ότι χρειάστηκε απλά μια
διαστροφή οργάνου. Από πολύ μικρός, ως πολύμορφο διαστροφικό παιδάκι, αναζητάς
τις έντονες μυϊκές συστολές, το πέρασμα μέσα από τον πρωκτό, και ένα πόνο μαζί
με ευχαρίστηση. Εγώ θα σας έλεγα ότι χρειάστηκε μια πιο σύντομη διαδρομή για να
φτάσουμε ως εκεί. Μια απλή συρρίκνωση του «ενήλικου παιδιού» σε ένα «στόμα» ή
σε ένα «πρωκτό». Όλα τα άλλα ήρθαν σε ομόκεντρους κύκλους γύρω του. Δηλαδή, ένα
σώμα χωρίς όργανα, ένα αδηφάγο οικογενειακό σώμα, μια επιφάνεια σώματος χωρίς
εικόνα σώματος, και ένα σωματικό σχήμα διάτρητο από τα συμπτώματα του Άλλου,
που ζητάει συνεχώς «πλάτες» για να καλύπτει τα νώτα του.
Όμως τα νώτα του μένουν διαρκώς ακάλυπτα και
η υπερεγωτική εντολή ξαναχτυπά στα
αχαμνά.
«Τι κάθεσαι
τώρα σαν κλαμένο μουνί; Σου μιλάω! Κάνε κάτι! Εμ, δεν τα λέω εγώ; Τα θέλει ο
κώλος σου…»